- Η Παρισινή Κομμούνα ήταν η πρώτη προσπάθεια
"εφόρμησης στους ουρανούς" του προλεταριάτου. Αυτό ήταν ένα γεγονός που
προκάλεσε τον τρόμο και την οργή της κυρίαρχης τάξης. Ο αποτροπιασμός και
ταυτόχρονα η κατάπληξη της κυρίαρχης τάξης φαίνεται από τη φράση "Ήταν
οικοδόμος και ήθελε να κυβερνήσει τη Γαλλία!". Αυτά ήταν τα λόγια ενός
συνταγματάρχη των Βερσαγιέζων, τη στιγμή που εκτελούσε ένα οικοδόμο, τον Λεβέκ,
μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της Εθνοφρουράς. Ο Λέβεκ δεν ήταν παρά ένας από
τους χιλιάδες κομμουνάρους που έπεσαν θύματα της θηριωδίας του αστικού
στρατού. Μονάχα την τελευταία βδομάδα του Μάη του 1871 καταμετρήθηκαν στο
Παρίσι τα πτώματα 17.000 κομμουνάρων. Ωστόσο οι δυνάμεις της αντίδρασης δεν
σταμάτησαν να σκοτώνουν και να δολοφονούν μέχρι της 15 Ιούνη. Η περίφημη όμως
"ματωμένη βδομάδα" διήρκεσε επτά μέρες, από τις 21 έως τις 28 Μάη και αποτελεί
πια έναν από τους σημαντικότερους σταθμούς στην ιστορία του παγκόσμιου
εργατικού κινήματος. Μέσα σ΄ αυτή τη βδομάδα οι εργάτες του Παρισιού
υπερασπίστηκαν, από οδόφραγμα σε οδόφραγμα, από σπίτι σε σπίτι, τις
κατακτήσεις της πρώτης σοσιαλιστικής επανάστασης. Ας δούμε όμως πως
εξελίχθηκαν τα πράγματα μέσα σ΄ αυτή τη "ματωμένη βδομάδα". - Επιμέλεια αφιερώματος: Μαρία Μαυροειδή, Γιώργος Τριβιζάκης. Πρόλογος:
Παναγιώτης Βήχος – Β. Ι. Λένιν: (Στη Μνήμη της Κομμούνας) – Φρίντριχ Ένγκελς:
(Κοιτάξτε την Παρισινή Κομμούνα)! -
ΔΙΕΘΝΗΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ -
Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ
στα Ελληνικά Τραγουδούν οι: ΜΑΡΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ και ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΜΑΝΟΥ
ΜΙΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΤΡΙΒΗ ΤΗΣ ΦΡΙΚΑΛΕΑΣ ΜΗΧΑΝΗΣ ΤΑΞΙΚΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Βήχος Παναγιώτης
{Ήταν ως εκ τούτου μια Επανάσταση όχι ενάντια στη μια ή την άλλη νόμιμη, συνταγματική, δημοκρατική ή αυτοκρατορική μορφή της κρατικής εξουσίας. Ηταν μια Επανάσταση ενάντια στο ίδιο το κράτος, αυτό το υπερφυσικό έκτρωμα της κοινωνίας, ήταν ο ίδιος ο λαός που αναλάμβανε για το λογαριασμό του την ίδια του την κοινωνική ζωή.
Δεν ήταν μια επανάσταση για τη μεταβίβαση της εξουσίας από ένα τμήμα των κυρίαρχων τάξεων σε ένα άλλο αλλά μια Επανάσταση για τη συντριβή αυτή της ίδιας της φρικαλέας μηχανής ταξικής κυριαρχίας.
ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ
(Απαντα τομ. 22)}
Στις 21 Μάη, ημέρα Κυριακή, στις 7 το βράδυ, στο μέγαρο του Δημαρχείου συνεδριάζει η ολομέλεια του Συμβουλίου της Κομμούνας. Εκεί συζητάνε την περίπτωση του Κλιζερέ, πρώην αντιπροσώπου της Κομμούνας στο υπουργείο Πολέμου. Ο Κλιζερέ ήταν παλιός αξιωματικός του στρατού, είχε πάρει μέρος στην κατάπνιξη της εργατικής εξέγερσης του 1848 και τώρα είχε προσχωρήσει στην Κομμούνα. Έχει συλληφθεί και κατηγορείται για μια σειρά από στρατιωτικά λάθη. Όμως ξαφνικά μπαίνει μέσα στην αίθουσα ο Μπιλιορέ, μέλος της Επιτροπής Λαϊκής Σωτηρίας. Τη σκηνή που ακολουθεί την περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο ο γνωστός δημοσιογράφος, κομμουνάρος και ιστορικός της Παρισινής Κομμούνας, Λισαγκαρέ:
"Μπαίνει ο Μπιλιορέ κατάχλομος και κάθεται για λίγο. Καθώς ο Βερμολέρ συνεχίζει να μιλάει, του φωνάζει: "Τελειώνετε, τελειώνετε. Έχω να σας κάνω μια πολύ σοβαρή ανακοίνωση".
Βερμορέλ: "Παραχωρώ το λόγο στον πολίτη Μπιλιορέ".
Ο Μπιλιορέ διαβάζει ένα χαρτί που τρέμει ελαφρά στα χέρια του. "Ντομπρόβσκι προς το Υπουργείο Πολέμου και Επιτροπή Λαϊκής Σωτηρίας. Οι Βερσαγιέζοι μπήκαν από την πύλη του Σεν Κλου. Παίρνω μέτρα για να τους απωθήσω. Αν μου στείλετε ενισχύσεις θα μπορέσω να το κατορθώσω".
Μια σιωπή γεμάτη έκπληξη. Μετά αρχίζουν οι ερωτήσεις.
... Η ώρα περνά με την κουβέντα. Δεν υπάρχουν ούτε προτάσεις, ούτε συζήτηση. Είναι οκτώ η ώρα. Ο πρόεδρος Ζιλ Βαλές κλείνει τη συνεδρίαση. Την τελευταία συνεδρίαση της Κομμούνας!".
Αυτή η χαρακτηριστική περιγραφή του Λισαγκαρέ φέρνει στην επιφάνεια αυτό που ίσως ήταν το μεγαλύτερο μειονέκτημα της Κομμούνας: η έλλειψη επαναστατικής ηγεσίας.
Στις 21 Μάη λοιπόν, ο στρατός των Βερσαγιέζων μπαίνει στο Παρίσι. Η αστική τάξη έχει πάρει πια την απόφαση να πνίξει στο αίμα τους εργάτες του Παρισιού που από τις 18 Μάρτη είχαν εγκαθιδρύσει τη δικιά τους εξουσία. Την κρίσιμη αυτή στιγμή όμως το Συμβούλιο της Κομμούνας διαλύεται.
Η Κομμούνα σχηματιζόταν από τους δημοτικούς συμβούλους που είχαν εκλεγεί με βάση το γενικό εκλογικό δικαίωμα στα διάφορα διαμερίσματα του Παρισιού. Ηταν υπεύθυνοι και μπορούσαν να ανακληθούν οποιαδήποτε στιγμή. Η πλειοψηφία τους αποτελούνταν από εργάτες ή αναγνωρισμένους εκπροσώπους της εργατικής τάξης.
Δεν είχαν όμως μια ξεκάθαρη ιδεολογική κατεύθυνση. Οι ιδέες που επικρατούσαν ήταν οι ιδέες του Προυντόν, ενός ουτοπικού σοσιαλιστή, που ονειρευόταν ένα κόσμο φτιαγμένο σε μια ομοσπονδία σοσιαλιστικών κοινοτήτων (κομμούνες). Ετσι ουσιαστικά, ποτέ δεν μπήκε το ζήτημα της κρατικής εξουσίας για ολόκληρη τη χώρα.
Το Παρίσι απομονώθηκε και δέχτηκε την επίθεση όλου του αστικού στρατού.
Η στρατιωτική κατάσταση, παρά την αισιοδοξία του Ντομπρόβσκι, χειροτερεύει. Όλη τη νύχτα της 21ης προς της 22ης του Μάη νέες δυνάμεις των Βερσαγιέζων εισχωρούν στο Παρίσι. Η αντίσταση των Κομμουνάρων είναι σθεναρή αλλά ανοργάνωτη. Ο Ιστορικός της Κομμούνας, Τάλες, λέει:
"Οι διαδοχικές γραμμές της άμυνας καθώς δεν ήταν οργανωμένες αυτοσχεδίαζαν παντού. Οτι έκαναν το έκαναν κατά τύχη, κατά την πρωτοβουλία ή την θέληση του καθένα".
Η κεντρική διοίκηση είχε διαλυθεί. Κάθε μέλος της Κομμούνας είχε πάει στο διαμέρισμα του και οργάνωνε εκεί την αντίσταση. Άρχισαν να στήνονται οδοφράγματα παντού. Μέχρι το βράδυ, οι Βερσαγιέζοι είχαν καταλάβει ένα μεγάλο τμήμα του Δυτικού Παρισιού, όπου βρίσκονται βασικά οι αστικές συνοικίες και έχουν δημιουργήσει ένα μέτωπο οκτώ χιλιομέτρων.
Όλοι οι εργάτες βρίσκονται στο δρόμο. Ο Λισαγκαρέ γράφει στην εφημερίδα του: "Ο Λόγος του Λαού": "Ας θυμηθούμε τη 18η Μάρτη. Στη φωτιά τώρα! Δεν αρκεί πια να φωνάζουμε: Ζήτω η Δημοκρατία! Αλλά να την κάνουμε να ζήσει!".
Αυτή τη Δημοκρατία, που είχε ανοίξει μια νέα ζωή στους εργάτες, "ένα νέο αιώνα". Αυτή που περιγράφει ο χρονογράφος της ίδιας εφημερίδας στις 19 Μάη:
"Μπαίνουν, βγαίνουν, κυκλοφορούν, συγκεντρώνονται. Το γέλιο του πιτσιρικά του Παρισιού διακόπτει τις πολιτικές συζητήσεις. Πλησιάστε στις ομάδες και ακούστε. Ενας ολόκληρος λαός συζητάει για πολύ σοβαρά ζητήματα. Για πρώτη φορά ακούς εργάτες να ανταλλάσσουν εκτιμήσεις πάνω σε προβλήματα που μόνο τους φιλόσοφους απασχολούσαν μέχρι τώρα.
Φύλακες δεν υπάρχουν. Κανένας αστυφύλακας δεν κλείνει το δρόμο δεν εμποδίζει τους διαβάτες. Η ασφάλεια είναι απόλυτη.
Παλιά, όταν αυτός ο ίδιος λαός έβγαινε σε κατάσταση ευθυμίας από τους χορούς του, οι αστοί παραμέριζαν λέγοντας χαμηλόφωνα: Αν αυτοί οι άνθρωποι ήταν ελεύθεροι, τι θα γινόμασταν; Τι θα γινόντουσαν οι ίδιοι;". Τώρα είναι ελεύθεροι και δε χορεύουν. Είναι ελεύθεροι και μάχονται. Όταν ένας καλόπιστος άνθρωπος περνά δίπλα τους σήμερα καταλαβαίνει ότι ένας νέος αιώνας γεννήθηκε".
Η 23 Μάη ήταν μια πολύ κρίσιμη μέρα. Η αντίσταση είχε οργανωθεί καλά. Οι Βερσαγιέζοι με 30 χιλιάδες στρατό περικυκλώνουν το λόφο της Μονμάρτης. Η Μονμάρτη πέφτει.
Ο λόφος αυτός που δεσπόζει στο Παρίσι είναι ένα επαναστατικό σύμβολο. Από εδώ ξεκίνησε η Κομμούνα στις 18 Μάρτη. Ο Μαρξ αναλύοντας την υλική βάση αυτής της εξέγερσης έλεγε:
"Η Δεύτερη Αυτοκρατορία είχε διπλασιάσει το εθνικό χρέος και είχε βουτήξει σε βαριά τοπικά χρέη όλες τις μεγάλες πόλεις. Ο πόλεμος (με τους Πρώσους) είχε αυξήσει τρομερά τις απαιτήσεις προς το έθνος και είχε καταστρέψει ανελέητα τις πλουτοπαραγωγικές πηγές. Και για να ολοκληρωθεί η καταστροφή, παρουσιάστηκε ο Πρώσος Σάιλοκ με το γραμμάτιό του για τη συντήρηση μισού εκατομμυρίου στρατιωτών στο γαλλικό έδαφος, για την πολεμική αποζημίωσή του από πέντε δισεκατομμύρια και για τον τόκο 5% στις απλήρωτες δόσεις της αποζημίωσης. Ποιος θα πλήρωνε το λογαριασμό; Μόνο με τη βίαιη ανατροπή της δημοκρατίας μπορούσαν οι σφετεριστές του πλούτου να ελπίζουν ότι θα φορτώσουν στους ώμους των δημιουργών αυτού του πλούτου τα έξοδα ενός πολέμου που τον είχαν προκαλέσει αυτοί οι ίδιοι.
Αυτή η συνωμοσία σκόνταφτε μονάχα σ΄ ένα μεγάλο εμπόδιο - το Παρίσι. Ο αφοπλισμός του Παρισιού ήταν ο πρώτος όρος της επιτυχίας".
Σαν πρώτο βήμα, ο Θιέρσος στέλνει το στρατό του να πάρει τα κανόνια της Μονμάρτης. Αυτά τα κανόνια ήταν στην κυριολεξία ιδιοκτησία των εργατών. Η εθνοφρουρά με δικά της λεφτά τα είχε φτιάξει και είχε οπλιστεί μπροστά στην άρνηση του Θιέρσου και της αστικής τάξης να υπερασπιστεί τη χώρα από τον Πρωσικό στρατό.
Στις 18 Μάρτη ο λαός του Παρισιού ξεσηκώνεται για να υπερασπιστεί τα κανόνια του. Ο στρατός συναδελφώνεται με τον λαό. Οι αξιωματικοί εκτελούνται. Οι αστοί πανικοβάλλονται. Εγκαταλείπουν το Παρίσι και καταφεύγουν στις Βερσαλλίες. Η εξουσία βρίσκεται στα χέρια των εργατών χωρίς αυτοί να το έχουν καταλάβει.
Η μόνη οργάνωση του λαού που υπάρχει είναι η Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς, η οποία αποτελείται από εκλεγμένους αντιπροσώπους των ενόπλων εργατών. Αυτή γίνεται κυβέρνηση. Θέλει όμως να διώξει από πάνω της το βαρύ φορτίο το συντομότερο δυνατό. Σε 10 μέρες κάνει εκλογές και εκλέγεται η Κομμούνα.
Τώρα, η πτώση της Μονμάρτης επισφραγίζει όλη την αναποφασιστικότητα της ηγεσίας να προχωρήσει από τις πρώτες μέρες να συντρίψει τον πανικόβλητο αστικό στρατό και να εγκαθιδρύσει την εργατική εξουσία σ΄ ολόκληρη τη χώρα.
Στις 24 Μάη, οι εφημερίδες, καθώς και τις τελευταίες μέρες, κυκλοφορούν με αποκλειστικά στρατιωτικές ειδήσεις για την εξέλιξη των μαχών και ανακοινώσεις του Υπουργείου Πολέμου και της Επιτροπής Λαϊκής Σωτηρίας.
Χαρακτηριστικό γι΄ αυτό είναι ένα απόσπασμα από το "Λόγο του Λαού":
"Σήμερα το πρωί οι Βερσαγιέζοι, λένε, έκαναν μια κυκλική κίνηση από την πύλη του Κλινιανκούρ. Αυτή η κίνηση έχει σα στόχο να περικυκλώσει τον λόφο της Μονμάρτης και να απομονώσει τη Μπεβίλ. Η λεωφόρος Ορνανό υπερασπίζεται καλά. Οι πυροβολισμοί απλώνονται πίσω από την οδό Ζεσέν. Η κόκκινη σημαία κυματίζει πάντα στην Πλατεία του Υδραγωγείου".
Οι επιθέσεις των Βερσαγιέζων είναι βίαιες και οι αιχμάλωτοι που συλλαμβάνονται εκτελούνται. Αυτό μεγαλώνει την αποφασιστικότητα των εργατών του Παρισιού. Συγκεντρώνονται στις εργατικές συνοικίες. Εδώ οι δρόμοι είναι στενοί και η αντίσταση καλύτερη. Ο διοικητής του Παρισιού, Οσμάν, πολλά χρόνια πριν είχε χαράξει στο Παρίσι μεγάλους και φαρδείς δρόμους, τα μπουλβάρ. Είχε προβλέψει ότι θα δίνονταν μάχες και χρειάζονταν μεγάλοι δρόμοι για το πυροβολικό.
Οι Παριζιάνοι για να αντισταθούν βάζουν φωτιές στα μεγάλα κτίρια. Φτιάχνονται τείχη φωτιάς. Οι αστοί εξεγείρονται. Τι ενδιαφέρει τους εργάτες όμως, αφού δεν πρόκειται να ζήσουν σε μια πόλη που δεν είναι δική τους;
Στις 25 και 26 Μάη το μέτωπο των Κομμουνάρων όσο πάει και μικραίνει. Μένουν οι εργατικές συνοικίες στα ανατολικά του Παρισιού. Αυτή ήταν η καρδιά της επανάστασης και αυτή θα κρατήσει μέχρι το τέλος, έστω και αν δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για τη νίκη της και την εγκαθίδρυση της εργατικής εξουσίας. Ο Λένιν στο άρθρο του "Στη Μνήμη της Κομμούνας" (το δημοσιεύουμε στο αφιέρωμα αυτό) γράφει:
"Για να είναι νικηφόρα μια κοινωνική επανάσταση πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον δυο προϋποθέσεις: υψηλό επίπεδο ανάπτυξης παραγωγικών δυνάμεων και προετοιμασία του προλεταριάτου. Το 1871 όμως αυτές οι δυο Προϋποθέσεις δεν υπήρχαν. Ο γαλλικός καπιταλισμός δεν ήταν ακόμα αρκετά ανεπτυγμένος και η Γαλλία ήταν τότε βασικά μια μικροαστική (από βιοτέχνες, αγρότες, μικροέμπορους κλπ). Εκτός από αυτό δεν υπήρχε εργατικό κόμμα".
Τα μέλη της Πρώτης Διεθνούς του Μαρξ ήταν λίγα και ο ρόλος που έπαιξαν μικρός. Σαράντα περίπου χρόνια μετά, η εργατική τάξη έφτιαξε το δικό της κόμμα, το Μπολσεβίκικο κόμμα που την οδήγησε στην εξουσία το 1917 στη Ρωσία.
Παρόλα αυτά, οι κατακτήσεις της Κομμούνας, έστω και στο μικρό διάστημα της διακυβέρνησης της ήταν πολύ σημαντικές και αποτέλεσαν ορόσημο για τις επόμενες επαναστάσεις καθώς και γι΄ αυτήν που είναι μπροστά μας. Οι πιο σημαντικές κατακτήσεις της Κομμούνας ήταν οι εξής:
- Το πρώτο διάταγμά της, για την κατάργηση του μόνιμου στρατού και η αντικατάστασή του με τον οπλισμένο λαό.
- Η αστυνομία που μέχρι τότε ήταν το όργανο της κεντρικής κυβέρνησης απογυμνώθηκε αμέσως από όλες τις πολιτικές της ιδιότητες και μετατράπηκε σε υπεύθυνο όργανο της Κομμούνας που μπορούσε να ανακληθεί οποιαδήποτε στιγμή.
- Το ίδιο έγινε και με τους δημόσιους υπαλλήλους σε όλους τους κλάδους της διοίκησης. Από τα μέλη της Κομμούνας ως τους κατώτερους υπαλλήλους η δημόσια υπηρεσία αμειβόταν με εργατικούς μισθούς.
- Χωρίστηκε η εκκλησία από το κράτος και απαλλοτριώθηκαν όλες οι εκκλησίες που αποτελούσαν οργανισμούς με ιδιαίτερη περιουσία.
- Όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα άνοιξαν δωρεάν για το λαό και ταυτόχρονα ξεκαθαρίστηκαν από κάθε επέμβαση της εκκλησίας και του κράτους.
Το Σάββατο στις 27 Μάη έχει μείνει ένας πολύ μικρός χώρος για τους εργάτες που συνεχίζουν να παλεύουν ενάντια στην αστική καταπίεση. Μένει πια η εργατική συνοικία της Μπελβίλ.
Οι Κομμουνάροι στις σφαγές των Βερσαγιέζων, αντιδρούν μ΄ ένα τρόπο σπασμωδικό. Εκτελούν τους ομήρους που είχαν στις φυλακές τους, τους ανώτερους κληρικούς, τους αστούς και φυσικά τους χαφιέδες των Βερσαγιέζων (κάτι που δεν μας λυπεί ιδιαίτερα, για να μην πούμε καθόλου).
Οι "θεάρεστες" όμως ψυχές των αστών εξεγείρονται. Αυτό όμως ήταν κάτι που έπρεπε να είχε γίνει πολύ νωρίς. Έπρεπε δηλαδή να είχαν εγκαθιδρύσει τη δική τους εξουσία και κάθε αστική σαπίλα έπρεπε να εξαφανιστεί.
Διαφορετικά η δικτατορία των αστών είναι αμείλικτη. Αυτό ήταν ένα λάθος, αξίζει να σημειωθεί, που δεν έκαναν οι Μπολσεβίκοι αλλά υπάρχουν πολλοί αναρχοφιλελεύθεροι που τους κατηγορούν.
Δείγμα της ατολμίας των ηγετών της Κομμούνας ήταν ότι δεν τόλμησαν να πειράξουν την τράπεζα της Γαλλίας. Αυτό έδωσε την ευκαιρία στον Μαρξ να κάνει μια προσθήκη στο "Κομμουνιστικό Μανιφέστο": Η εργατική τάξη παίρνοντας την εξουσία στα χέρια της πρέπει να συντρίψει τον παλιό αστικό κρατικό μηχανισμό και να επιβάλλει τη δικιά της δικτατορία.
Ο Ιστορικός της Κομμούνας, Τάλες, λέει:
"Πεπεισμένος ότι η αστική τάξη θα έχανε από τα προνόμια της ο Θιέρσος αρνήθηκε να συζητήσει ακόμα και με τους μετριοπαθείς της Κεντρικής Επιτροπής. Τοποθετώντας τα συμφέροντα της τάξης του πάνω από κάθε ηθική, δεν είχε κανένα ενδοιασμό να παλέψει με το ψέμα και τη συκοφαντία. Νικητής δεν σκεφτόταν παρά να καταστρέψει όσο μπορούσε περισσότερο τα σπέρματα της σοσιαλιστικής επανάστασης".
Το πρωί της Κυριακής στις 28 Μάη, η Κομμούνα πεθαίνει. Από νωρίς οι Βερσαγιέζοι γλιστράνε πίσω από τους τελευταίους υπερασπιστές. Τα οδοφράγματα πέφτουν το ένα μετά το άλλο. Το μεσημέρι η Κομμούνα ρίχνει τον τελευταίο πυροβολισμό της. Η Κομμούνα είχε "πεθάνει".
Είχε όμως πράγματι πεθάνει; Αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε μονάχα αφήνοντας δυο αστούς συγγραφείς να μιλήσουν για την Κομμούνα. Είμαστε ήδη ένα χρόνο μετά την ήττα, στα 1872 και όμως οι αστοί ανησυχούν επειδή...
"Δεν μας απασχολεί πολύ ότι η νίκη έχει κι άλλους στόχους εκτός από τον θρίαμβο, ότι τίποτα δεν άλλαξε στο πνεύμα των νικημένων εκτός από την πρόθεση μιας μεγαλύτερης μνησικακίας και ότι πρέπει να ασχοληθούμε με το γεγονός ότι η κοινωνική επανάσταση βρίσκεται διαρκώς στο κατώφλι της κοινωνίας".
Και τέλος καταλήγουν με πάρα πολύ μεγάλη ειλικρίνεια:
"Τι εμπόδιο μπορούμε να της βάλουμε; Ένα μόνο: τη δύναμη, το στρατό".
Σήμερα, 140 χρόνια μετά την ηρωική εξέγερση των εργατών του Παρισιού, η άλυτη κρίση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού γίνεται ολοένα και πιο βαθιά και έτσι βάζει πάλι με τον πιο άμεσο τρόπο το ζήτημα της ανατροπής του και της κοινωνικής αλλαγής. Σήμερα τα μαθήματα της Κομμούνας και τα ζητήματα που έβαλε είναι περισσότερο από ποτέ επίκαιρα.
Στο στρατό, το μόνο όπλο της αστικής τάξης, οι εργάτες πρέπει να αντιτάξουν το δικό τους συνειδητό όπλο, το εργατικό επαναστατικό κόμμα, κάτι που έλειψε από την Κομμούνα του Παρισιού.
Αυτό είναι και το πιο σημαντικό συμπέρασμα που βγάζει και ο Τρότσκι στο άρθρο του "Τα μαθήματα της Κομμούνας":
"Το εργατικό κόμμα - το αληθινό - δεν είναι μια μηχανή για κοινοβουλευτικές μανούβρες. Είναι η συσσωρευμένη και οργανωμένη πείρα του προλεταριάτου. Μόνο με τη βοήθεια του κόμματος που στηρίζεται σ΄ όλη την περασμένη ιστορία, που προβλέπει θεωρητικά τους δρόμους της ανάπτυξής του, όλους του τους σταθμούς και εξάγει τον τύπο της απαιτούμενης δράσης, το προλεταριάτο απελευθερώνει από την ανάγκη να ξαναρχίζει πάντα την ιστορία του εξαιτίας των δισταγμών του, της αναποφασιστικότητάς και των λαθών του".
*********************************
ΣTH MNHMH THΣ KOMMOYNAΣ
Bλαντιμίρ Iλιτς Λένιν
[ Tα εργατικά προάστια - έγραφε η αθηναϊκή εφημερίδα « Mέλλον» το Mάρτη του 1871- Mπελβίλ και B λέτ τελούν ήδη από μέρες σε κηρυγμένη σχεδόν επανάσταση, οργανώνοντας καθημερινά διαδηλώσεις και οχλαγωγίες. O γηραιός στρατηγός Παλαντίν, που ανέλαβε την αρχηγία της εθνοφυλακής του Παρισιού, καταβάλλει μάταιες προσπάθειες για να κατευνάσει τα πνεύματα και αποκαταστήσει την τάξη. Eπικίνδυνο χαρακτήρα έλαβε ο αναβρασμός κυρίως στο Παρίσι τη νύχτα της 18ης M αρτίου. Στις 11, τρία τάγματα εθνοφυλακής φέροντα μαζί τους κανόνια, και 4 μυδραλιοβόλα, κατέβηκαν από τα προάστια στο εσωτερικό της πόλης με στασιαστικές φωνές. Eνώ κλήθηκαν να διαλυθούν, οι ταραξίες αντιστάθηκαν και πυροβόλησαν. Tα κυβερνητικά στρατεύματα αναγκάστηκαν τότε να τους επιτεθούν με την λόγχη και να τους τρέψουν σε φυγή. Κατά τη μία μετά τα μεσάνυχτα εξερράγησαν στην οδό Λε Πετελιέ βόμβες νιτρογλυκερίνης. Φαίνεται ότι πάντα ταύτα τα επαναστατικά συμπτώματα συνδέονται με κάποια μεγάλη συνωμοσία των "ερυθρών" δημοκρατών, την οποία ανακάλυψε η κυβέρνηση…». Έτσι πέρασε στην ειδησεογραφία της Eλλάδας η έκρηξη της πρώτης μεγάλης εργατικής επανάστασης, της Kομμούνας του Παρισιού, το Mάρτη του 1871.
T ο κείμενο που ακολουθεί είναι γραμμένο από ένα μεγάλο επαναστάτη, το Bλαδιμίρ Ίλιτς Λένιν, οργανωτή της μεγάλης ρωσικής Oκτωβριανής επανάστασης, τον εμπνευστή της προσπάθειας να οργανωθεί η κομμούνα όχι στην κλίμακα μιας πόλης αλλά στην κλίμακα μιας χώρας.
K ι αν η ιστορία βαδίζει "με ένα βήμα μπρος και δυο βήματα πίσω" (χωρίς ποτέ να γυρίζει στην ίδια αφετηρία), η Kομμούνα κι ο Oκτώβρης εξακολουθούν να είναι μέγιστες επαναστατικές εμπειρίες στον αγώνα για τον ελευθεριακό κομμουνισμό]
Πέρασαν σαράντα χρόνια από τον καιρό της ανακήρυξης της Παρισινής Kομμούνας.(*) Σύμφωνα με τα καθιερωμένα, το γαλλικό προλεταριάτο τίμησε με συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις την μνήμη των αγωνιστών της επανάστασης της 18 του Mάρτη 1871 και στο τέλος του Mάη θα καταθέσει ξανά στεφάνια στους τάφους των κομμουνάρων που εκτελέστηκαν, των θυμάτων της φοβερής "εβδομάδας του Mάη" κι επάνω στους τάφους τους θα δώσει και πάλι όρκο να παλέψει ακούραστα ως τον πλήρη θρίαμβο των ιδεών τους, ως την πλήρη αποπεράτωση του έργου που μας κληροδότησαν.
Aλλά γιατί το προλεταριάτο, όχι μόνο το γαλλικό, αλλά και όλου του κόσμου, τιμά στο πρόσωπο των αγωνιστών της Παρισινής Kομμούνας τους προδρόμους του; Kαι ποια είναι η κληρονομιά της Kομμούνας;
H Kομμούνα γεννήθηκε αυθόρμητα, κανένας δεν την είχε προετοιμάσει συνειδητά και σχεδιασμένα. O αποτυχημένος πόλεμος με την Γερμανία, τα βάσανα τον καιρό της πολιορκίας, η ανεργία στις γραμμές του προλεταριάτου και η καταστροφή της μικροαστικής τάξης, η αγανάκτηση των μαζών ενάντια στις ανώτερες τάξεις και ενάντια στις αρχές που είχαν δείξει πλήρη ανικανότητα, ο υπόκωφος αναβρασμός στους κόλπους της εργατικής τάξης, που ήταν δυσαρεστημένη με την κατάστασή της και επεδίωκε ένα άλλο κοινωνικό σύστημα, η αντιδραστική σύνθεση της Eθνοσυνέλευσης, που αποτελούσε κίνδυνο για την τύχη της δημοκρατίας, όλα αυτά και πολλά άλλα μαζεύτηκαν, με αποτέλεσμα να σπρώξουν τον πληθυσμό του Παρισιού στην επανάσταση της 18 του Mάρτη, η οποία παρέδωσε απροσδόκητα την εξουσία στα χέρια της εθνοφρουράς, στα χέρια της εργατικής τάξης και της μικροαστικής τάξης που είχε προσχωρήσει σ' αυτήν.
Aυτό ήταν ένα γεγονός πρωτοφανές στη ιστορία. Ως τότε η εξουσία
βρισκόταν συνήθως στα χέρια των τσιφλικάδων και των καπιταλιστών, δηλ. σε εντολοδόχους τους, που συγκροτούσαν την λεγόμενη κυβέρνηση. Ύστερα όμως από την επανάσταση της 18 του Mάρτη, όταν η κυβέρνηση του κ. Θιέρσου με το στρατό της, την αστυνομία και τους υπαλλήλους της έφυγε από το Παρίσι, ο λαός έμεινε κύριος της κατάστασης και η εξουσία πέρασε στο προλεταριάτο. Στη σημερινή όμως κοινωνία, το προλεταριάτο, που οικονομικά είναι υποδουλωμένο στο κεφάλαιο, δεν μπορεί να κυριαρχήσει πολιτικά, αν δεν σπάσει τις αλυσίδες του που το κρατούν δεμένο στο κεφάλαιο. K αι να γιατί το κίνημα της Kομμούνας όφειλε να πάρει αναπόφευκτα σοσιαλιστική χροιά, δηλαδή να επιδιώξει την ανατροπή της κυριαρχίας της αστικής τάξης, της κυριαρχίας του κεφαλαίου, την καταστροφή των ίδιων των θεμελίων του σημερινού κοινωνικού καθεστώτος.
Στην αρχή το κίνημα αυτό ήταν πάρα πολύ μπερδεμένο και ακαθόριστο. Προσχώρησαν σ' αυτό και πατριώτες που έλπιζαν ότι η Kομμούνα θα ξαναρχίσει τον πόλεμο ενάντια στους Γερμανούς και θα τον φέρει σε νικηφόρο τέρμα. Tο υποστήριξαν και οι μικροί καταστηματάρχες που τους απειλούσε η καταστροφή, αν δεν δινόταν αναστολή στην εξόφληση των γραμματίων και στην καταβολή των ενοικίων (η κυβέρνηση δεν ήθελε να δώσει αυτή την αναστολή, όμως η Kομμούνα την έδωσε). Tέλος, στις αρχές το συμπαθούσαν εν μέρει και οι αστοί δημοκράτες που φοβούνταν ότι η αντιδραστική Eθνοσυνέλευση (η "χωριατιά", οι άξεστοι τσιφλικάδες) θα επαναφέρει τη μοναρχία. Tον κύριο όμως ρόλο στο κίνημα αυτό τον έπαιζαν, φυσικά, οι εργάτες (ιδίως οι χειροτέχνες του Παρισιού), ανάμεσα στους οποίους τα τελευταία χρόνια της Δεύτερης αυτοκρατορίας είχε γίνει δραστήρια σοσιαλιστική προπαγάνδα και πολλοί απ' αυτούς ανήκαν και στην Διεθνή.
Mόνο οι εργάτες έμειναν ως το τέλος πιστοί στην Kομμούνα. Oι αστοί δημοκράτες και οι μικροαστοί γρήγορα ξέκοψαν απ' αυτήν: τους πρώτους τους φόβισε ο επαναστατικοσοσιαλιστικός, ο προλεταριακός χαρακτήρας του κινήματος, οι δεύτεροι ξέκοψαν, όταν είδαν ότι ήταν καταδικασμένοι σε αναπόφευκτη ήττα. Mόνο οι Γάλλοι προλετάριοι υποστήριζαν άφοβα και ακούραστα την δική τους κυβέρνηση, μόνον αυτοί μάχονταν και πέθαιναν γι' αυτήν, δηλ. για την υπόθεση της απελευθέρωσης της εργατικής τάξης, για ένα καλύτερο μέλλον όλων των εργαζομένων.
Ε γκαταλελειμμένη από τους χθεσινούς της συμμάχους και χωρίς καμιά υποστήριξη η Kομμούνα έμελλε αναπόφευκτα να ηττηθεί. ' Oλη η αστική τάξη της Γαλλίας, όλοι οι τσιφλικάδες, οι χρηματιστές, οι εργοστασιάρχες, όλοι οι μεγάλοι και οι μικροί κλέφτες, όλοι οι εκμεταλλευτές ενώθηκαν εναντίον της. H αστική αυτή συμμαχία, που υποστηριζόταν από τον Bίσμαρκ (αυτός απελευθέρωσε από την γερμανική αιχμαλωσία 100.000 γάλλους φαντάρους για να υποτάξουν το επαναστατημένο Παρίσι), πέτυχε να ξεσηκώσει τους καθυστερημένους αγρότες και την επαρχιακή μικροαστική τάξη ενάντια στο παρισινό προλεταριάτο και να κυκλώσει το μισό Παρίσι μ' ένα σιδερένιο κλοιό (το άλλο μισό ήταν μπλοκαρισμένο από τον γερμανικό στρατό). Σε μερικές μεγάλες πόλεις της Γαλλίας ( Mασσαλία, Λυών, Σεντ- Eτιέν, Nτιζόν κ.ά.) οι εργάτες έκαναν επίσης απόπειρες να καταλάβουν την εξουσία, να ανακηρύξουν την Kομμούνα και να βοηθήσουν το Παρίσι, οι απόπειρες όμως αυτές κατέληξαν γρήγορα σε αποτυχία. Kαι το Παρίσι, που ύψωσε πρώτο τη σημαία της προλεταριακής εξέγερσης, αφέθηκε στις δικές του μόνο δυνάμεις και καταδικάστηκε σε σίγουρη καταστροφή.
Για να νικήσει η κοινωνική επανάσταση πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστο δύο όροι: υψηλή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και κατάλληλη προετοιμασία του προλεταριάτου. Tο 1871 όμως και οι δύο αυτοί όροι δεν υπήρχαν. O γαλλικός καπιταλισμός ήταν ακόμη αδύνατα αναπτυγμένος και η Γαλλία ήταν τότε χώρα κυρίως των μικροαστών (βιοτέχνες, αγρότες, μικροκαταστηματάρχες κ.ά.). Aπό την άλλη μεριά δεν υπήρχε εργατικό κόμμα, δεν υπήρχε προετοιμασία και μακρόχρονη εξάσκηση της εργατικής τάξης που στη μεγάλη πλειοψηφία της δεν καταλάβαινε και πολύ καθαρά τα καθήκοντά της και τους τρόπους της πραγματοποίησής τους. Δεν υπήρχε ούτε σοβαρή πολιτική οργάνωση του προλεταριάτου, ούτε μαζικά συνδικάτα και συνεταιριστικές ενώσεις.
Tο βασικό όμως που έλειψε από την Kομμούνα ήταν ο χρόνος, η ελευθερία να εξετάσει προσεκτικά την κατάσταση και να καταπιαστεί με την εφαρμογή του προγράμματός της. Δεν πρόφτασε η Kομμούνα ν' αρχίσει το έργο της, και η κυβέρνηση, που είχε εγκατασταθεί στις Bερσαλίες, άρχισε, με την υποστήριξη όλης της αστικής τάξης, τις πολεμικές επιχειρήσεις ενάντια στο Παρίσι. Kαι η Kομμούνα έπρεπε να σκεφτεί πρώτ' απ' όλα για την αυτοάμυνά της. Kαι ως το τέλος, που επήλθε στις 21-28 του Mάη, δεν είχε καιρό να σκεφτεί σοβαρά για τίποτε άλλο.
Ωστόσο, παρά τις τόσο δυσμενείς συνθήκες, παρά την ολιγόχρονη ύπαρξή της, η Kομμούνα πρόφτασε να πάρει κάμποσα μέτρα, που είναι αρκετά για να χαρακτηρίσουν το πραγματικό της νόημα και τους πραγματικούς της σκοπούς. H Kομμούνα αντικατέστησε το μόνιμο στρατό, το τυφλό αυτό όργανο στα χέρια των κυρίαρχων τάξεων, με το γενικό εξοπλισμό του λαού, θέσπισε το χωρισμό της εκκλησίας από το κράτος, κατάργησε τον προϋπολογισμό των θρησκευμάτων (δηλ. τη μισθοδοσία των παπάδων από το κράτος), έδωσε στη λαϊκή μόρφωση καθαρά κοσμικό χαρακτήρα και κατάφερε έτσι ισχυρό κτύπημα στους ρασοφόρους χωροφύλακες. Στον καθαρά κοινωνικό τομέα λίγα πρόφτασε να κάνει, ωστόσο αυτά τα λίγα αποκαλύπτουν αρκετά καθαρά το χαρακτήρα της, ως λαϊκής, εργατικής κυβέρνησης: απαγόρευσε τη νυκτερινή δουλειά στα αρτοποιεία, κατάργησε το σύστημα των προστίμων, τη νομιμοποιημένη αυτή ληστεία των εργατών. Tέλος, έκδωσε το περίφημο διάταγμα, σύμφωνα με το οποίο όλες οι φάμπρικες, τα εργοστάσια και τα εργαστήρια, που εγκαταλείφθηκαν ή κλείστηκαν από τους ιδιοκτήτες τους παραδίνονταν στους εργατικούς συνεταιρισμούς για να ξαναρχίσουν την παραγωγή. Kαι σαν να ήθελε να υπογραμμίσει το χαρακτήρα της, χαρακτήρα μιας πραγματικά δημοκρατικής, προλεταριακής κυβέρνησης, η Kομμούνα καθόρισε ότι η αμοιβή των υπαλλήλων της διοίκησης και της κυβέρνησης όλων των βαθμών δεν πρέπει μα ξεπερνάει το κανονικό εργατικό μεροκάματο και σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να ξεπερνάει τα 6.000 φράγκα το χρόνο (λιγότερο από 200 ρούβλια το μήνα).
'Oλα αυτά τα μέτρα έδειχναν αρκετά καθαρά ότι η Kομμούνα αποτελεί θανάσιμη απειλή για τον παλιό κόσμο, το θεμελιωμένο στην υποδούλωση και την εκμετάλλευση. Γι' αυτό η αστική κοινωνία δεν μπορούσε να κοιμηθεί ήσυχα, όσο στο Δημαρχείο του Παρισιού ανέμιζε η κόκκινη σημαία του προλεταριάτου. Kαι όταν τελικά η οργανωμένη κυβερνητική δύναμη κατόρθωσε να καταβάλει την άσχημα οργανωμένη δύναμη της επανάστασης, οι βοναπαρτικοί στρατηγοί, που τις έφαγαν από τους γερμανούς και έκαναν το γενναίο απέναντι στους νικημένους συμπατριώτες τους, οι γάλλοι αυτοί.
Pενεκάμπφ και Mέλλερ-Zακομέλσκι, οργάνωσαν μια σφαγή, που δεν είχε ξαναδεί το Παρίσι. Περίπου 30.000 κάτοικοι του Παρισιού σκοτώθηκαν από την εξαγριωμένη φανταρία, 45.000 περίπου πιάστηκαν και αργότερα πολλοί απ' αυτούς εκτελέστηκαν, χιλιάδες στάλθηκαν στα κάτεργα και στην εξορία. Γενικά το Παρίσι έχασε περίπου 100.000 από τα παιδιά του και ανάμεσα σ' αυτά τους καλύτερους εργάτες απ' όλα τα επαγγέλματα.
H αστική τάξη ικανοποιήθηκε. "Mε το σοσιαλισμό ξοφλήσαμε τώρα για πολύ καιρό!", έλεγε ο αρχηγός της, ο αιμοδιψής νάνος, ο Θιέρσος, ύστερα από το αιματηρό λουτρό που έκανε με τους στρατηγούς του στο παρισινό προλεταριάτο. Tου κάκου όμως έκρωζαν τα αστικά αυτά κοράκια. 'Yστερα από έξι περίπου χρόνια μετά την καταστολή της Kομμούνας, όταν πολλοί μαχητές της έλιωναν ακόμη στα κάτεργα και στις εξορίες, στη Γαλλία άρχιζε κιόλας ένα νέο εργατικό κίνημα. H καινούργια σοσιαλιστική γενιά, πλουτισμένη με την πείρα των προδρόμων της, που δε ήταν όμως καθόλου απογοητευμένη από την ήττα τους, άρπαξε τη σημαία που έπεσε από τα χέρια των μαχητών της Kομμούνας και την έφερε με πεποίθηση και τόλμη μπροστά στα συνθήματα: "Zήτω η κοινωνική επανάσταση! Zήτω η Kομμούνα!".
Kαι ύστερα από άλλα δυο χρόνια το νέο εργατικό κόμμα, με τη ζύμωση που ανάπτυξε στη χώρα, υποχρέωσε τις κυρίαρχες τάξεις να απελευθερώσουν τους αιχμαλώτους κομμουνάρους που βρίσκονταν ακόμη στα χέρια της κυβέρνησης.
Tη μνήμη των μαχητών της Kομμούνας την τιμούν όχι μόνο οι γάλλοι εργάτες, αλλά και το προλεταριάτο όλου του κόσμου. Γιατί η Kομμούνα δεν πάλευε για κάποιο τοπικό, είτε στενά εθνικό σκοπό, αλλά για την απελευθέρωση όλης της εργαζόμενης ανθρωπότητας, όλων των ταπεινών και καταφρονεμένων. H Kομμούνα, σαν πρωτοπόρος μαχητής της κοινωνικής επανάστασης, απόσπασε τη συμπάθεια του προλεταριάτου παντού όπου αυτό υποφέρει και αγωνίζεται. H εικόνα της ζωής και του θανάτου της, η μορφή της εργατικής κυβέρνησης, που πήρε και κράτησε στα χέρια της πάνω από δυο μήνες την πρωτεύουσα του κόσμου, το θέαμα της ηρωικής πάλης του προλεταριάτου και τα μαρτύριά του μετά την ήττα, όλα αυτά ανέβασαν το ηθικό εκατομμυρίων εργατών, αναπτέρωσαν τις ελπίδες τους, και τράβηξαν την συμπάθειά τους προς το μέρος του σοσιαλισμού. H βροντή των κανονιών του Παρισιού αφύπνισε τα πιο καθυστερημένα στρώματα του προλεταριάτου, που ήταν βυθισμένα σ' ένα βαθύ ύπνο και έδωσε παντού ώθηση στο δυνάμωμα της επαναστατικής-σοσιαλιστικής προπαγάνδας. Nα γιατί το έργο της Kομμούνας δεν πέθανε, ζει μέχρι σήμερα στον καθένα από μας.
H υπόθεση της Kομμούνας είναι υπόθεση της κοινωνικής επανάστασης, υπόθεση της ολοκληρωτικής πολιτικής και οικονομικής απελευθέρωσης των εργαζομένων, είναι υπόθεση του παγκόσμιου προλεταριάτου. Kαι με την έννοια αυτή το έργο της Kομμούνας είναι αθάνατο.
(* Γράφτηκε από τον Λένιν στην 40η επέτειο της Παρισινής Kομμούνας και δημοσιεύτηκε στη "Pαμπότσαγια Γκαζέτα", αρ. φύλ.4-5 στις 15 (28) του Aπρίλη 1911)
Δημοσιεύθηκε στη ΝΕΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ στις 23 Μαρτίου 2002
******************************
ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΕΝΓΚΕΛΣ
Κοιτάξτε την Παρισινή Κομμούνα!
(Απόσπασμα του προλόγου του Φρίντριχ Ένγκελς στο έργο του Καρλ Μαρξ «ο Εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία»)
Αν σήμερα, ύστερα από είκοσι χρόνια, ρίξουμε μια ματιά πίσω στη δράση και στην ιστορική σημασία της Κομμούνας του Παρισιού του 1871, θα δούμε ότι είναι ανάγκη νακάνουμε μερικές προσθήκες στην περιγραφή της που γίνεται στο «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία».
Τα μέλη της Κομμούνας χωρίζουν σε μια πλειοψηφία, τους μπλανκιστές (που επικρατούσαν και στην Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφυλακής) και σε μια μειοψηφία (μέλη της Διεθνούς Ενωσης των Εργατών, κυρίως από οπαδούς της σοσιαλιστικής σχολής του Προυντόν). Οι μπλανκιστές, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, ήτανε την εποχή εκείνη σοσιαλιστές μόνο από επαναστατικό και προλεταριακό ένστικτο. Λίγοι μόνον είχαν αποχτήσει μεγαλύτερη σαφήνεια αρχών, χάρη στον Βαγιάν, που γνώριζε το γερμανικό επιστημονικό σοσιαλισμό. Καταλαβαίνει κανείς, λοιπόν, ότι στον οικονομικό τομέα η Κομμούνα παράλειψε αρκετά πράγματα που, κατά τη σημερινή μας αντίληψη, έπρεπε να τα είχε κάνει. Δυσκολότερα βέβαια από όλα μπορεί να κατανοηθεί το γεγονός ότι η Κομμούνα στάθηκε ευλαβικά, με ιερό σεβασμό μπροστά στις πόρτες της τράπεζας της Γαλλίας. Αυτό ήταν επίσης σοβαρό πολιτικό λάθος... Η τράπεζα στα χέρια της Κομμούνας - αυτό θα άξιζε περισσότερο από δέκα χιλιάδες ομήρους. Θα σήμαινε την πίεση που θα ασκούσε στην κυβέρνηση των Βερσαλλιών ολόκληρη η αστική τάξη, για να κλείσει ειρήνη με την Κομμούνα. Πιο αξιοθαύμαστα όμως ακόμα είναι τα τόσα σωστά πράγματα που έκανε η Κομμούνα, μόλο που αποτελούνταν από μπλανκιστές και προυντονιστές. Φυσικά, οι προυντονιστές ήταν κυρίως υπεύθυνοι για τα οικονομικά διατάγματα της Κομμούνα, τόσο για τις αξιέπαινες, όσο και για τις μη αξιέπαινες πλευρές τους, όπως οι μπλανκιστές ήταν υπεύθυνοι για τις πολιτικές της πράξεις και παραλείψεις. Και στις δυο περιπτώσεις, η ειρωνεία της Ιστορίας θέλησε - όπως συνήθως συμβαίνει όταν έρχονται στην εξουσία οι δογματικοί - να κάνουν και οι δυο το αντίθετο απ' ό,τι όριζε η θεωρία της σχολής τους.
Ο Προυντόν, ο σοσιαλιστής του μικροχωρικού και του βιοτέχνη μάστορα, μισούσε την οργάνωση με θετικό μίσος. Ελεγε γι' αυτήν ότι περικλείνει περισσότερο κακό παρά καλό, ότι από τη φύση της είναι άγονη, ακόμα και βλαβερή, γιατί αποτελεί ένα είδος δέσμευσης στην ελευθερία του εργάτη, ότι είναι ένα καθαρά στείρο και οχληρό δόγμα που βρίσκεται σε διάσταση, τόσο με την ελευθερία του εργάτη, όσο και με την οικονομία της εργασίας, ότι τα μειονεκτήματά της μεγάλωναν γρηγορότερα από τα πλεονεκτήματά της, ότι απέναντι σ' αυτήν ο ανταγωνισμός, ο καταμερισμός της δουλιάς, η ατομική ιδιοκτησία, αποτελούν οικονομικές δυνάμεις. Μόνο στις εξαιρετικές περιπτώσεις - όπως τις αποκαλεί ο Προυντόν - της μεγάλης βιομηχανίας και των μεγάλων επιχειρήσεων, όπως οι σιδηρόδρομοι, έχει θέση οργάνωση των εργατών (βλέπε: «Idee generale de la revolution, 3eme etude. Γενική ιδέα της επανάστασης», 3η μελέτη).
Στα 1871, η μεγάλη βιομηχανία, ακόμη και στο Παρίσι, σ' αυτό το κέντρο της χειροτεχνίας, είχε τόσο πολύ πάψει ν' αποτελεί εξαίρεση, που το πιο σημαντικό διάταγμα της Κομμούνας θέσπιζε μια οργάνωση της μεγάλης βιομηχανίας, ακόμα και της χειροτεχνίας, που έπρεπε να βασίζεται όχι μόνο στην οργάνωση των εργατών μέσα σε κάθε εργοστάσιο, μα και που έπρεπε να συνενώσει όλους αυτούς τους συνεταιρισμούς σε μια μεγάλη ένωση, με λίγα λόγια, μια οργάνωση που, όπως πολύ σωστά λέει ο Μαρξ στον «Εμφύλιο πόλεμο», τελικά θα έπρεπε να καταλήξει στον κομμουνισμό, δηλαδή ακριβώς το αντίθετο της προυντονικής θεωρίας. Και γι' αυτό η Κομμούνα έγινε επίσης ο τάφος της σοσιαλιστικής σχολής του Προυντόν. Σήμερα, η σχολή αυτή έχει εξαφανιστεί από τους γαλλικούς εργατικούς κύκλους. Τώρα σ' αυτούς επικρατεί αναντίρρητα η θεωρία του Μαρξ, όχι λιγότερο ανάμεσα στους ποσιμπιλιστές, απ' ό,τι ανάμεσα στους «μαρξιστές». Μόνο ανάμεσα στη «ριζοσπαστική» αστική τάξη υπάρχουν ακόμα προυντονιστές.
Οι μπλανκιστές δεν είχαν καλύτερη τύχη. Διαπαιδαγωγημένοι στη σχολή της συνωμοσίας κι ενωμένοι με την αυστηρή πειθαρχία που ανταποκρίνεται σ' αυτήν, ξεκινούσαν από την άποψη, ότι ένας σχετικά μικρός αριθμός από αποφασισμένους, καλά οργανωμένους ανθρώπους είναι ικανοί σε μια δοσμένη ευνοϊκή στιγμή, όχι μόνο να πάρουν το πηδάλιο του κράτους στα χέρια τους, μα ακόμα και, με μια δραστήρια και ανελέητη δράση, να το κρατήσουν τόσο, ώσπου να κατορθώσουν να τραβήξουν τη μάζα του λαού στην επανάσταση και να τη συσπειρώσουν γύρω από την καθοδηγητική μικρή ομάδα. Για το σκοπό αυτό χρειαζόταν πριν απ' όλα αυστηρότατα δικτατορική συγκέντρωση όλης της εξουσίας στα χέρια της νέας επαναστατικής κυβέρνησης. Και τι έκανε η Κομμούνα, που στην πλειοψηφία της αποτελούνταν από τέτοιους ακριβώς μπλανκιστές; Σ' όλες της τις διακηρύξεις προς τους Γάλλους των επαρχιών, τους καλούσε να σχηματίσουν μια ελεύθερη ομοσπονδία από όλες τις γαλλικές κοινότητες μαζί με το Παρίσι, μια εθνική οργάνωση που για πρώτη φορά θα δημιουργούνταν πραγματικά από το ίδιο το έθνος. Και ίσα - ίσα, η καταπιεστική δύναμη της προηγούμενης συγκεντρωτικής κυβέρνησης - στρατός, πολιτική αστυνομία και γραφειοκρατία - που είχε δημιουργήσει ο Ναπολέων στα 1798 και που από τότε την παραλάβαινε, σαν βολικό όργανο κάθε καινούρια κυβέρνηση και τη χρησιμοποιούσε ενάντια στους αντιπάλους της, ακριβώς αυτή η δύναμη έπρεπε παντού να πέσει, όπως είχε κιόλας γκρεμιστεί στο Παρίσι.
Η Κομμούνα αναγκάστηκε αμέσως από την αρχή να αναγνωρίσει ότι όταν η εργατική τάξη έρθει πια στην εξουσία δεν μπορεί να εξακολουθεί να διοικεί με την παλιά κρατική μηχανή, ότι η εργατική αυτή τάξη, για να μην ξαναχάσει την κυριαρχία που μόλις είχε κατακτήσει, πρέπει, από τη μια, να παραμερίσει όλη την παλιά καταπιεστική μηχανή που ως τότε είχε χρησιμοποιηθεί εναντίον της, κι από την άλλη να εξασφαλίσει τον εαυτό της από τους ίδιους της τους βουλευτές και υπαλλήλους, ορίζοντας ότι όλοι, δίχως καμιά εξαίρεση, μπορούν ν' ανακληθούν σ' οποιαδήποτε στιγμή. Ποια ήταν η χαρακτηριστική ιδιομορφία του ως τα τώρα κράτους; Για την εξυπηρέτηση των κοινών συμφερόντων, η κοινωνία είχε αρχικά δημιουργήσει δικά της όργανα με τον απλό καταμερισμό της δουλιάς. Τα όργανα όμως αυτά, που η κορυφή τους είναι η κρατική εξουσία, εξυπηρετώντας τα δικά τους ειδικά συμφέροντα, είχαν με τον καιρό μετατραπεί από υπηρέτες της κοινωνίας σε αφέντες της, όπως το βλέπουμε, λ.χ., όχι μόνο στην κληρονομική μοναρχία, μα και στην αστική δημοκρατία. Πουθενά οι «πολιτικοί» δεν αποτελούν ένα πιο ξεχωριστό και πιο ισχυρό τμήμα του έθνους, όσο ακριβώς στη Βόρεια Αμερική. Εδώ το καθένα από τα δύο μεγάλα κόμματα, που διαδέχονται το ένα το άλλο στην εξουσία, διευθύνεται με τη σειρά του από ανθρώπους που κάνουν την πολιτική προσοδοφόρα υπόθεση, που κερδοσκοπούν πάνω στις έδρες της νομοθετικής συνέλευσης, τόσο της Ομοσπονδίας όσο και των ξεχωριστών Πολιτειών ή που ζουν από τη ζύμωση που κάνουν για το κόμμα τους και που όταν το κόμμα τους νικήσει ανταμείβονται με θέσεις. Είναι γνωστό πως οι Αμερικανοί τριάντα χρόνια τώρα προσπαθούν ν' αποτινάξουν το ζυγό αυτό, που έγινε αφόρητος και πως, παρ' όλα αυτά, βουλιάζουν όλο και πιο βαθιά μέσα στο βάλτο της διαφθοράς. Ακριβώς στην Αμερική μπορούμε να δούμε καλύτερα πώς συντελείται αυτή η ανεξαρτητοποίηση της κρατικής εξουσίας από την κοινωνία, που αρχικά ήταν προορισμένη να γίνει απλό όργανό της. Εδώ δεν υπάρχει καμιά δυναστεία, δεν υπάρχουν ευγενείς, ούτε μόνιμος στρατός, εκτός από τους λίγους άνδρες για την επίβλεψη των Ινδιάνων, δεν υπάρχει ούτε γραφειοκρατία με μόνιμες θέσεις ή με δικαίωμα σύνταξης. Κι όμως, έχουμε εδώ δυο μεγάλες συμμορίες από πολιτικούς κερδοσκόπους, που παίρνουν διαδοχικά στα χέρια τους την κρατική εξουσία και την εκμεταλλεύονται με τα πιο διεφθαρμένα μέσα και για τους πιο διεφθαρμένους σκοπούς, ενώ το έθνος είναι ανίσχυρο μπροστά στους δυο μεγάλους αυτούς συνασπισμούς των πολιτικών, που βρίσκονται δήθεν στην υπηρεσία του, μα που στην πραγματικότητα το εξουσιάζουν και το καταληστεύουν.
Ενάντια σ' αυτή τη μετατροπή του κράτους και των κρατικών οργάνων από υπηρέτες της κοινωνίας σε αφέντες της, μια μετατροπή που είναι αναπόφευκτη σ' όλα τα ως τώρα κράτη, η Κομμούνα χρησιμοποίησε δυο αλάνθαστα μέσα. Πρώτα, σ' όλες τις θέσεις - διοικητικές, δικαστικές και εκπαιδευτικές - έβαλε υπαλλήλους εκλεγμένους με βάση την καθολική ψηφοφορία όλων των ενδιαφερομένων, και μάλιστα με το δικαίωμα των ίδιων των ενδιαφερομένων ν' ανακαλούν τον αντιπρόσωπό τους οποιαδήποτε στιγμή. Και δεύτερο, πλήρωνε στους υπαλλήλους της, στους ανώτερους και στους κατώτερους, μονάχα το μισθό που έπαιρναν οι άλλοι εργάτες. Ο μεγαλύτερος μισθός που γενικά πλήρωνε η Κομμούνα ήταν 6.000 φράγκα. Ετσι μπήκε ένα σίγουρο εμπόδιο στη θεσιθηρία και τον αριβισμό, ακόμα και χωρίς τις δεσμευτικές εντολές που έπαιρναν, χώρια απ' όλα τα άλλα, οι εκλεγμένοι στα αντιπροσωπευτικά σώματα.
Αυτό το τσάκισμα της παλιάς κρατικής εξουσίας και η αντικατάστασή της από μια καινούρια, αληθινά δημοκρατική εξουσία, περιγράφεται διεξοδικά στο τρίτο μέρος του «Εμφυλίου πολέμου». Ήταν όμως απαραίτητο να σταματήσουμε εδώ με συντομία για άλλη μια φορά σ' ορισμένα χαρακτηριστικά του, γιατί ακριβώς στη Γερμανία η δεισιδαιμονία για το κράτος πέρασε από τη φιλοσοφία στην κοινή συνείδηση της αστικής τάξης και ακόμα και σε πολλούς εργάτες. Σύμφωνα με τη φιλοσοφική άποψη, το κράτος είναι: η «πραγματοποίηση της ιδέας» ή η βασιλεία του θεού πάνω στη γη, μεταφρασμένη σε φιλοσοφική γλώσσα, το πεδίο όπου η αιώνια αλήθεια και η δικαιοσύνη πραγματοποιούνται ή πρόκειται να πραγματοποιηθούν. Κι από δω πηγάζει ένας δεισιδαιμονικός σεβασμός προς το κράτος και προς το καθετί που συνδέεται με το κράτος, ένας σεβασμός που ριζώνει τόσο πιο εύκολα, όσο έχουμε συνηθίσει από τα πιο μικρά μας χρόνια να φανταζόμαστε ότι όλες οι υποθέσεις και τα συμφέροντα που είναι κοινά για ολόκληρη την κοινωνία δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν αλλιώς, παρά όπως εξυπηρετούνταν ως τώρα, δηλαδή από το κράτος και τα καλοδιορισμένα όργανά του. Και οι άνθρωποι φαντάζονται ότι κάνουν κιόλας ένα εξαιρετικά τολμηρό βήμα προς τα μπρος όταν απολυτρώνονται από την πίστη στην κληρονομική μοναρχία κι ορκίζονται στο όνομα της αστικής δημοκρατίας. Στην πραγματικότητα όμως, το κράτος δεν είναι τιποτ' άλλο παρά μια μηχανή για την καταπίεση μιας τάξης από μια άλλη και μάλιστα όχι λιγότερο στην αστική δημοκρατία απ' ό,τι γίνεται στη μοναρχία! Και στην καλύτερη περίπτωση, το κράτος είναι ένα κακό που κληροδοτείται στο προλεταριάτο, που νίκησε στον αγώνα για την ταξική κυριαρχία και που τις χειρότερες πλευρές του, όπως το έκανε η Κομμούνα, δεν μπορεί να μην τις περικόψει όσο το δυνατό γρηγορότερα, ωσότου μια γενιά, μεγαλωμένη μέσα σε νέες και ελεύθερες κοινωνικές συνθήκες, θα είναι σε θέση να πετάξει όλα αυτά τα παλιοπράγματα που αποτελούν το κράτος.
Τον τελευταίο καιρό, το σοσιαλδημοκράτη φιλισταίο τον πιάνει ξανά ένας ιερός τρόμος όταν ακούει τις λέξεις «δικτατορία του προλεταριάτου». Ε, λοιπόν, κύριοι, θέλετε να μάθετε τι λογής είναι αυτή δικτατορία; Κοιτάχτε την Παρισινή Κομμούνα. Αυτή ήταν η δικτατορία του προλεταριάτου.
Λονδίνο, στην εικοστή επέτειο της Παρισινής Κομμούνας, 18 του Μάρτη 1891
Το χρονικό διάστημα μεταξύ 18ης Μαρτίου και 28ης Μαΐου 1871 ορίζει την περίοδο κατά την οποία εξελίχθηκε η Παρισινή Κομμούνα, δηλαδή η ανάληψη της εξουσίας στο Παρίσι για πρώτη φορά στην Ιστορία από τις λαϊκές μάζες, την εργατική τάξη, αλλά και δημοκράτες ή σοσιαλιστές αγωνιστές.
Η εξέγερση είχε ως έκβαση τη σφαγή δεκάδων χιλιάδων εξεγερμένων από τα στρατεύματα της αντιδραστικής κυβέρνησης του Θιέρσου. Ωστόσο, αν και περιορισμένη στο χώρο και στο χρόνο, η Κομμούνα ήδη με την ανακήρυξή της ξεπέρασε κάθε μέχρι τότε υφιστάμενο όριο. Κατά τον Α. Μπαντιού «Οι διακηρύξεις της Κομμούνας, της πρώτης εργατικής εξουσίας στην παγκόσμια Ιστορία, συνθέτουν ένα ιστορικά υπάρχον, η απολυτότητα του οποίου καθιστά έκδηλη την έλευση στον κόσμο μιας εντελώς νέας διάταξης του φαίνεσθαί του» (Αλέν Μπαντιού, «Η Παρισινή Κομμούνα. Μια πολιτική διακήρυξη για την πολιτική», Η κομμουνιστική υπόθεση, εκδ. Πατάκης, Αθήνα 2009, σ. 216).
Η Παρισινή Κομμούνα ενέπνευσε έναν αιώνα επαναστατικού στοχασμού και υπήρξε ότι ακριβώς εκτίμησε ο Καρλ Μαρξ, ενώ μάλιστα αυτή βρισκόταν σε εξέλιξη: «Η κομμούνα είναι το ξεκίνημα της κοινωνικής επανάστασης του 19ου αιώνα. Οποιο κι αν είναι το πεπρωμένο της στο Παρίσι, θα κάνει το γύρο του κόσμου. Χαιρετίστηκε αμέσως από την εργατική τάξη της Ευρώπης και των ΗΠΑ ως η μαγική λέξη της απελευθέρωσης».
Σήμερα, μέσα στη λαίλαπα της κρίσης, με την κατάργηση θεμελιωδών δικαιωμάτων, με την πρωτοφανή ένταση της εκμετάλλευσης της εργασίας – και ενώ το κομμουνιστικό κίνημα βρίσκεται σε υποχώρηση και η αριστερά αδυνατεί να δώσει απαντήσεις και διέξοδο -, ακριβώς μέσα σε αυτό το περιβάλλον, τα 140 χρόνια από την Παρισινή Κομμούνα δεν είναι απλά μια «επέτειος», ούτε μια υπόμνηση για το παρελθόν, αλλά ένα τεκμήριο για το μέλλον: το ανέφικτο έγινε εφικτό. Τα οράματα της Κομμούνας και η πράξη της διαπερνούν τόσο τις επαναστάσεις του 20ου αιώνα όσο και την προετοιμασία των νέων επαναστατικών εφόδων στον 21ο αιώνα.
Έτσι, ισχύουν ακόμη στο ακέραιο τα λόγια του Γιάννη Χοντζέα, παρά το γεγονός ότι γράφτηκαν σε πολύ διαφορετικές από τις σημερινές συνθήκες, το 1971 μέσα στη δικτατορία, στην 100ή επέτειο της Παρισινής Κομμούνας: «Όσοι βλέπουν την επανάσταση σαν μια υπόθεση που δεν λύνεται μεμιάς αλλά που δοκιμάζεται στη φωτιά των συγκρούσεων εκατομμυρίων και εκατομμυρίων ανθρώπων, που με τις συγκρούσεις τους λύνουν τα προβλήματα που θέτει η θεωρία, γι’ αυτούς η μελέτη όλων των επαναστάσεων του προλεταριάτου, μαζί και της Κομμούνας, είναι υπόθεση όχι μονάχα αφηρημένης βιβλιακής μελέτης, αλλά υπόθεση ζωής και πράξης. Και η ζωή και η πράξη κατακυρώνουν πως στα εκατό χρόνια που πέρασαν από την Κομμούνα του Παρισιού, οι επαναστάσεις του προλεταριάτου άλλαξαν τη μορφή του κόσμου, και η υπόθεση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού έπαψε να είναι μια μακρινή, χαμένη στο μακρινό μέλλον ελπίδα, αλλά είναι άμεση πρακτική επιδίωξη… Σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε, αντηχεί πιο επιβλητικά σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης ο θριαμβευτικός παιάνας που χάρισε το γαλλικό προλεταριάτο στο παγκόσμιο προλεταριάτο: Εμπρός της γης οι κολασμένοι!».
Προσπέρ – Ολιβιέ Λισαγκαρέ: Ο Ιστορικός της Κουμμούνας
‘
Με τα μάτια
των Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν
Ο αντίκτυπος στην Ελλάδα
Δρόμος της Αριστεράς 14 Μάη 2011
Δρόμος της Αριστεράς 14 Μάη 2011
«Ο Ύμνος της Διεθνούς»*
«Η εξέγερση» του Ντωμιέ
Εμπρός της γης οι κολασμένοι
της πείνας σκλάβοι εμπρός - εμπρός
Το δίκιο από τον κρατήρα βγαίνει
σα βροντή σαν κεραυνός.
Φτάνουν πια της σκλαβιάς τα χρόνια
όλοι εμείς οι ταπεινοί της γης
που ζούσαμε στην καταφρόνια
θα γίνουμε το παν εμείς.
* * *
Στον αγώνα ενωμένοι
κι ας μη λείψει κανείς
Ω! Νάτη, μας προσμένει
στον κόσμο η Διεθνής.
* * *
Θεοί, αρχόντοι, βασιλιάδες
με πλάνα λόγια μας γελούν
της γης οι δούλοι κι οι ραγιάδες
μοναχοί τους, θα σωθούν...
Για να λείψουν τα δεσμά μας
για να πάψει πια η σκλαβιά
να νιώσουν πρέπει τη γροθιά μας
και της ψυχής μας τη φωτιά.
* Γράφτηκε από τον κομμουνάρο εργάτη Ευγένιο Ποτιέ, τις πρώτες μέρες της «Ματωμένης εβδομάδας», και μελοποιήθηκε επίσης από τον εργάτη Πιερ Ντεζεντιέρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου