- ΆΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ
- Χωρίς την Κυριολεξία δεν υπάρχει η Μεταφορά
ως πηγή της Αλληγορίας που περιβάλλει το Άρρητο μέσα στο ρηθέν. Δεν υπάρχει
σχόλιο χωρίς πρωταρχικό κείμενο, ότι κι αν λένε κάποιοι αποδομιστές και
μεταδομιστές. To ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ
δημοσιεύει σήμερα ολόκληρο το υπέροχο αυτό
ερωτικό-μεσσιανικό ποίημα. Αν το Άσμα
Ασμάτων δεν είναι ερωτικό, τότε δεν είναι μεσσιανικό. Μια αυστηρή γραμματική
ανάλυση του Άσματος, στο πνεύμα του F. Rosenzweir,(38) δείχνει το αντίθετο απ΄
ότι συνήθως νομίζεται από διάφορους θεολογούντες και τους παρ΄ ημίν "νεοορθόδοξους".
Η αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο, τον Ισραήλ, την ψυχή μας, την ανθρωπότητα
κ.τ.τ. δεν είναι κάτι παρόμοιο με τον έρωτα δύο εραστών. Κανείς δεν
προσεύχεται σαν να μίλαγε στην ερωμένη του, εκτός αν είναι υστερικός ή η
Ευαγγελίνη του Μεγάλου Ανατολικού. Σύμφωνα λοιπόν με τη γραμματική ανάλυση του
βιβλικού κειμένου, δεν είναι η αγάπη του Θεού που μοιάζει μ΄ εκείνη των δύο
εραστών αλλά, αντίθετα, είναι οι δύο εραστές που αγαπιούνται μεταξύ τους,
γιατί ο θεός αγαπάει τον καθένα τους και τον μεταξύ τους έρωτα. Το Ιερό δεν
είναι ότι απαγορεύει τον Έρωτα, αλλά, αντίθετα, αυτό χωρίς το οποίο είναι
αδύνατος ο Έρωτας. - Άσμα Aσμάτων ο εστιν τω σαλωμών
-
Άσμα Ασμάτων – Διαβάστε το -
Άσμα Ασμάτων – Διαβάστε το
ΑΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ
ΑΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ 1
Ασ. Ασ.
1,1 ᾎσμα ᾀσμάτων, ὅ ἐστι τῷ Σαλωμών.
Ασ. Ασ.
1,1 Το άσμα των ασμάτων, το κατ' εξοχήν ωραίον αυτό άσμα είναι του
Σολομώντος.
Ασ. Ασ.
1,2 Φιλησάτω με ἀπὸ φιλημάτων στόματος αὐτοῦ, ὅτι ἀγαθοὶ μαστοί σου
ὑπὲρ οἶνον,
Ασ. Ασ.
1,2 Ας με φιλήση ο αγαπημένος μου με τα φιλήματα του ιδικού του
στόματος, διότι αι ιδικαί του θωπείαι είναι ωραιότεραι και από τον πλέον
εκλεκτόν οίνον.
Ασ. Ασ.
1,3 καὶ ὀσμὴ μύρων σου ὑπὲρ πάντα τὰ ἀρώματα· μῦρον ἐκκενωθὲν ὄνομά
σου. διὰ τοῦτο νεάνιδες ἠγάπησάν σε,
Ασ. Ασ.
1,3 Η ευωδία των ιδικών σου μύρων είναι περισσότερον ευάρεστος, από όλα
τα αρώματα του κόσμου. Το όνομά σου είναι σαν το μύρον, που άδειασε από
σφραγισμένον δοχείον. Δια τούτο αι παρθένοι νεάνιδες σε ηγάπησαν με όλην των την
καρδίαν.
Ασ. Ασ.
1,4 εἵλκυσάν σε, ὀπίσω σου εἰς ὀσμὴν μύρων σου δραμοῦμεν. εἰσήνεγκέ με
ὁ βασιλεὺς εἰς τὸ ταμιεῖον αὐτοῦ. ἀγαλλιασώμεθα καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν σοί·
ἀγαπήσομεν μαστούς σου ὑπὲρ οἶνον· εὐθύτης ἠγάπησέ σε.
Ασ. Ασ.
1,4 Ειλκύσθησαν από σέ. Θα τρέξωμεν οπίσω σου μεθυσμέναι από την
ευωδίαν των ιδικών σου μύρων. Ο βασιλεύς μου με εισήγαγεν εις τα ιδιαίτερα αυτού
εσωτερικά διαμερίσματα. Θα χαρώμεν και θα ευφρανθώμεν μαζή σου. Θα αγαπήσωμεν
τας ευαρέστους και ηδονικάς θωπείας σου περισσότερον από τον εκλεκτόν οίνον.
Καθε ευθεία καρδία σε ηγάπησε και σε αγαπά.
Ασ. Ασ.
1,5 μέλαινά εἰμι ἐγὼ καὶ καλή, θυγατέρες Ἱερουσαλήμ, ὡς σκηνώματα Κηδάρ,
ὡς δέῤῥεις Σαλωμών.
Ασ. Ασ.
1,5 Ω θυγατέρες, της Ιερουσαλήμ! Είμαι πολύ μελαγχροινή εγώ, όπως αι
σκηναί των κατοίκων Κηδάρ. Είμαι όμως ωραία, όπως τα πολύτιμα εκ δέρματος
παραπετάσματα του ωραίου ανακτόρου του Σολομώντος.
Ασ. Ασ.
1,6 μὴ βλέψητέ με ὅτι ἐγώ εἰμι μεμελανωμένη, ὅτι παρέβλεψέ με ὁ ἥλιος·
υἱοὶ μητρός μου ἐμαχέσαντο ἐν ἐμοί, ἔθεντό με φυλάκισσαν ἐν ἀμπελῶσιν· ἀμπελῶνα
ἐμὸν οὐκ ἐφύλαξα.
Ασ. Ασ.
1,6 Μη με κυττάζετε με περιέργειαν, που είμαι μελαγχροινή. Διότι ο
ήλιος έπεσε καυστικός επάνω μου και με εμαύρισε. Οι αδελφοί μου εχολώθησαν
εναντίον μου και εφιλονείκησαν και με έστειλαν να φυλάττω τους αμπελώνας. Εγώ
όμως από την αγάπην προς αυτόν δεν εφύλαξα τον αμπελώνα μου· αδιαφόρησα δι'
αυτόν.
Ασ. Ασ.
1,7 ἀπάγγειλόν μοι ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου, ποῦ ποιμαίνεις, ποῦ
κοιτάζεις ἐν μεσημβρίᾳ, μήποτε γένωμαι ὡς περιβαλλομένη ἐπ᾿ ἀγέλαις ἑταίρων σου.
Ασ. Ασ.
1,7 Πές μου συ, τον οποίον έχει αγαπήσει η ψυχή μου, που βόσκεις τα
πρόβατά σου; Που πλαγιάζεις και αναπαύεσαι κατά τας μεσημβρινάς ώρας; Πές μου,
που είσαι, για να μη περιπλανηθώ αναζητούσα σε εις τα ποίμνια των συντρόφων σου
ποιμένων.
Ασ. Ασ.
1,8 ἐὰν μὴ γνῷς σεαυτήν, ἡ καλὴ ἐν γυναιξίν, ἔξελθε σὺ ἐν πτέρναις τῶν
ποιμνίων καὶ ποίμαινε τὰς ἐρίφους σου ἐπὶ σκηνώμασι τῶν ποιμένων.
Ασ. Ασ.
1,8 Εάν συ, η ωραία μεταξύ όλων των γυναικών, εάν συ δεν γνωρίζης τον
εαυτόν σου, έβγα και ακολούθησε τα ίχνη των ποιμνίων. Βοσκε τα ερίφιά σου
ανάμεσα εις τας κατασκηνώσεις των άλλων ποιμένων και κάπου θα εύρης αυτόν, που
αναζητείς.
Ασ. Ασ.
1,9 τῇ ἵππῳ μου ἐν ἅρμασι Φαραὼ ὡμοίωσά σε, ἡ πλησίον μου.
Ασ. Ασ.
1,9 Με την μεγαλοπρεπή και υπερήφανον φορβάδα μου, ζευγμένην στο άρμα
του Φαραώ, εγώ παρομοιάσει σέ, ω καλή μου και σύντροφέ μου.
Ασ. Ασ.
1,10 τί ὡραιώθησαν σιαγόνες σου ὡς τρυγόνος, τράχηλός σου ὡς ὁρμίσκοι;
Ασ. Ασ.
1,10 Ποσον ωραίαι είναι αι παρειαί σου και αι σιαγόνες σου. Ομοιάζουν με
τας σιαγόνας των τρυγόνων. Ο δε τράχηλός σου είναι ωραιότατος, ωσάν στολισμόν
πολυτίμων κοσμημάτων.
Ασ. Ασ.
1,11 ὁμοιώματα χρυσίου ποιήσομέν σοι μετὰ στιγμάτων τοῦ ἀργυρίου.
Ασ. Ασ.
1,11 Κοσμήματα χρυσού διάστικτα με άργυρον θα κατασκευάσωμεν δια τον
λαιμόν σου.
Ασ. Ασ.
1,12 ἕως οὗ ὁ βασιλεὺς ἐν ἀνακλίσει αὐτοῦ, νάρδος μου ἔδωκεν ὀσμὴν αὐτοῦ.
Ασ. Ασ.
1,12 Καθ' ον χρόνον ο βασιλεύς μου είναι ανακεκλιμένος, παρά την πλουσίαν
τράπεζάν του, ο νάρδος μου ανέδιδε το ευάρεστον άρωμά του.
Ασ. Ασ.
1,13 ἀπόδεσμος τῆς στακτῆς ἀδελφιδός μου ἐμοί, ἀνὰ μέσον τῶν μαστῶν μου
αὐλισθήσεται.
Ασ. Ασ.
1,13 Σαν θήκη γεμάτη από ευώδη στακτήν είναι δι' εμέ ο πολυαγαπημένος
αδελφός μου. Θα αναπαύεται ανάμεσα στους μαστούς μου, επάνω από την καρδιά μου.
Ασ. Ασ.
1,14 βότρυς τῆς κύπρου ἀδελφιδός μου ἐμοί, ἐν ἀμπελῶσιν Ἐγγαδδί.
Ασ. Ασ.
1,14 Ωσάν το ανθισμένο κλήμα, που ευωδιάζει εις τα αμπέλια της Εγγαδδί,
είναι ο αγαπημένος αδελφός της ψυχής μου.
Ασ. Ασ.
1,15 ἰδοὺ εἶ καλή, ἡ πλησίον μου, ἰδοὺ εἶ καλή, ὀφθαλμοί σου περιστεραί.
Ασ. Ασ.
1,15 Ιδού, σύντροφέ μου, είσαι ωραία. Ιδού, είσαι ωραία. Οι οφθαλμοί σου
είναι ωσάν τα περιστέρια.
Ασ. Ασ.
1,16 ἰδοὺ εἶ καλός, ὁ ἀδελφιδός μου, καί γε ὡραῖος· πρὸς κλίνῃ ἡμῶν
σύσκιος,
Ασ. Ασ.
1,16 Ιδού, και συ είσαι ωραίος, αδελφέ της ψυχής μου· πολύ ωραίος. Είσαι
επάνω εις την κλίνην σου σαν κάτω από παχύσκιον δένδρον.
Ασ. Ασ.
1,17 δοκοὶ οἴκων ἡμῶν κέδροι, φατνώματα ἡμῶν κυπάρισσοι.
Ασ. Ασ.
1,17 Τα δοκάρια του σπιτιού μας είναι αρωματικαί κέδροι και τα κουφώματά
μας ξύλα κυπαρίσσου.
ΑΣΜΑ
ΑΣΜΑΤΩΝ 2
Ασ. Ασ.
2,1 Ἐγώ ἄνθος τοῦ πεδίου, κρίνον τῶν κοιλάδων.
Ασ. Ασ.
2,1 Εγώ είμαι το άνθος της πεδιάδος, το κρίνον των κοιλάδων.
Ασ. Ασ.
2,2 ὡς κρίνον ἐν μέσῳ ἀκανθῶν, οὕτως ἡ πλησίον μου ἀνὰ μέσον τῶν
θυγατέρων.
Ασ. Ασ.
2,2 Πράγματι ωσάν κρίνον ανάμεσα εις τα αγκάθια, έτσι είναι η καλή μου
ανάμεσα εις τας άλλας παρθένους νεάνιδας.
Ασ. Ασ.
2,3 ὡς μῆλον ἐν τοῖς ξύλοις τοῦ δρυμοῦ, οὕτως ἀδελφιδός μου ἀνὰ μέσον
τῶν υἱῶν· ἐν τῇ σκιᾷ αὐτοῦ ἐπεθύμησα καὶ ἐκάθισα, καὶ καρπὸς αὐτοῦ γλυκὺς ἐν
λάρυγγί μου.
Ασ. Ασ.
2,3 Ωσάν καρποφόρος μηλιά ανάμεσα εις τα άκαρπα δένδρα του δάσους, έτσι
είναι ο αδελφός της ψυχής μου ανάμεσα στους άλλους νέους. Την σκιαν αυτού του
δένδρου εγώ επεθύμησα και κάτω από αυτό εκάθισα. Ο καρπός του είναι γλυκύς στον
λάρυγγά μου.
Ασ. Ασ.
2,4 εἰσαγάγετέ με εἰς οἶκον τοῦ οἴνου, τάξατε ἐπ᾿ ἐμὲ ἀγάπην.
Ασ. Ασ.
2,4 Οδηγήσατέ με στον οίκον, όπου παρατίθεται το συμπόσιον των γάμων
μας. Διδάξατέ με και καταστήσατε σταθερωτάτην την προς τον νυμφίον μου αγνήν
αγάπην μου.
Ασ. Ασ.
2,5 στηρίσατέ με ἐν μύροις, στοιβάσατέ με ἐν μήλοις, ὅτι τετρωμένη
ἀγάπης ἐγώ.
Ασ. Ασ.
2,5 Είμαι πληγωμένη από την αγάπην του. Στηρίξατέ με με μύρα. Σωριάστε
μπροστά μου μήλα· η ευωδία των αρωμάτων και η βρώσις των μήλων θα με στηρίξη.
Ασ. Ασ.
2,6 εὐώνυμος αὐτοῦ ὑπὸ τὴν κεφαλήν μου, καὶ ἡ δεξιὰ αὐτοῦ περιλήψεταί
με.
Ασ. Ασ.
2,6 Το αριστερό του χέρι είναι κάτω από την κεφαλήν μου και το δεξί του
χέρι ας με εναγκαλισθή.
Ασ. Ασ.
2,7 ὥρκισα ὑμᾶς, θυγατέρες Ἱερουσαλήμ, ἐν δυνάμεσι καὶ ἐν ἰσχύσεσι τοῦ
ἀγροῦ, ἐὰν ἐγείρητε καὶ ἐξεγείρητε τὴν ἀγάπην, ἕως οὗ θελήσῃ.
Ασ. Ασ.
2,7 Ω θυγατέρες της Ιερουσαλήμ, σας εξορκίζω εις τας θαυμαστάς δυνάμεις
της φύσεως, εις την ωραιότητα των αγρών και των πεδιάδων μη εξυπνήσετε και μη
ανησυχήσετε την αγάπην μου. Αφήσατέ την να κοιμηθή και αναπαυθή, όσον θέλει.
Ασ. Ασ.
2,8 Φωνὴ ἀδελφιδοῦ μου· ἰδοὺ οὗτος ἥκει πηδῶν ἐπὶ τὰ ὄρη, διαλλόμενος
ἐπὶ τοὺς βουνούς.
Ασ. Ασ.
2,8 Ακούω την φωνήν του αγαπημένου μου. Ιδού, αυτός έρχεται πηδών επάνω
εις τα όρη, υπερπηδά τα βουνά και όλα τα εμπόδια.
Ασ. Ασ.
2,9 ὅμοιός ἐστιν ἀδελφιδός μου τῇ δορκάδι ἢ νεβρῷ ἐλάφων ἐπὶ τὰ ὄρη
Βαιθήλ. ἰδοὺ οὗτος ὀπίσω τοῦ τοίχου ἡμῶν παρακύπτων διὰ τῶν θυρίδων, ἐκκύπτων
διὰ τῶν δικτύων.
Ασ. Ασ.
2,9 Ο αδελφός αυτός της ψυχής μου ομοιάζει με ζαρκάδι η με μικρό ελάφι,
εις τα όρη της Βαιθήλ. Ιδού, έφθασε ευρίσκεται έξω από τον τοίχον του σπιτιού
μου. Κυπτει από τας θυρίδας· προσπαθεί δια μέσου των δικτυωτών να ίδη με στοργήν.
Ασ. Ασ.
2,10 ἀποκρίνεται ἀδελφιδός μου, καὶ λέγει μοι· ἀνάστα, ἐλθὲ ἡ πλησίον
μου, καλή μου, περιστερά μου,
Ασ. Ασ.
2,10 Ο αδελφός της καρδιάς μου αποκρίνεται εις εμέ και μου λέγει· σήκω,
έλα κοντά μου, συ η σύντροφός μου, η καλή μου, το περιστέρι μου.
Ασ. Ασ.
2,11 ὅτι ἰδοὺ ὁ χειμὼν παρῆλθεν, ὁ ὑετὸς ἀπῆλθεν, ἐπορεύθη ἑαυτῷ,
Ασ. Ασ.
2,11 Ελα· ο χειμώνας επέρασεν, αι βροχαί έφυγαν στον τόπον των.
Ασ. Ασ.
2,12 τὰ ἄνθη ὤφθη ἐν τῇ γῇ, καιρὸς τῆς τομῆς ἔφθακε, φωνὴ τῆς τρυγόνος
ἠκούσθη ἐν τῇ γῇ ἡμῶν,
Ασ. Ασ.
2,12 Τα άνθη έκαμαν την εμφάνισίν των εις την γην. Ο καιρός του
κλαδεύματος έχει φθάσει. Η φωνή της τρυγόνος ξανακούστηκε πάλιν εις την χώραν
μας.
Ασ. Ασ.
2,13 ἡ συκῆ ἐξήνεγκεν ὀλύνθους αὐτῆς, αἱ ἄμπελοι κυπρίζουσιν, ἔδωκαν
ὀσμήν. ἀνάστα, ἐλθέ, ἡ πλησίον μου, καλή μου, περιστερά μου, καὶ ἐλθέ,
Ασ. Ασ.
2,13 Η συκιά έβγαλε τους ολύνθους της. Αι άμπελοι ανθίζουν και σκορπίζουν
την ευωδίαν των. Σηκω, έλα συ η σύντροφός μου, η καλή μου, η περιστερά μου, έλα
Ασ. Ασ.
2,14 σὺ περιστερά μου, ἐν σκέπῃ τῆς πέτρας, ἐχόμενα τοῦ προτειχίσματος·
δεῖξόν μοι τὴν ὄψιν σου, καὶ ἀκούτισόν με τὴν φωνήν σου, ὅτι ἡ φωνή σου ἡδεῖα,
καὶ ἡ ὄψις σου ὡραία.
Ασ. Ασ.
2,14 συ το περιστέρι μου, που με συστολήν είσαι κρυμμένη κάτω από τον
βράχον, κοντά στο τείχος. Δείξε μου την ωραίαν σου μορφήν. Καμε με να ακούσω την
φωνήν σου, διότι η φωνή σου είναι γλυκεία και η όψις σου ωραία.
Ασ. Ασ.
2,15 πιάσατε ἡμῖν ἀλώπεκας μικροὺς ἀφανίζοντας ἀμπελῶνας, καὶ αἱ ἄμπελοι
ἡμῶν κυπρίζουσιν.
Ασ. Ασ.
2,15 Πιάστε μας τα μικρά αλεπουδάκια, που καταστρέφουν τους αμπελώνας
μας, τώρα που είναι αυτοί επάνω στο άνθος των.
Ασ. Ασ.
2,16 ἀδελφιδός μου ἐμοί, κἀγὼ αὐτῷ, ὁ ποιμαίνων ἐν τοῖς κρίνοις,
Ασ. Ασ.
2,16 Ο αγαπητός μου είναι για μένα και εγώ είμαι γι αυτόν. Αυτός είναι ο
ποιμήν στα στολισμένα με κρίνους λειδάδια.
Ασ. Ασ.
2,17 ἕως οὗ διαπνεύσῃ ἡ ἡμέρα καὶ κινηθῶσιν αἱ σκιαί. ἀπόστρεψον,
ὁμοιώθητι σύ, ἀδελφιδέ μου, τῷ δόρκωνι ἢ νεβρῷ ἐλάφων ἐπὶ ὄρη κοιλωμάτων.
Ασ. Ασ.
2,17 Εως ότου σβήση η ημέρα και αρχίσουν να πέφτουν οι σκιές της νυκτός
γύρισε, αγαπημένε μου, κοντά μου. Μοιάσε με το ζαρκάδι και το νεαρό ελάφι, που
τρέχει στις χαράδρες των ορέων.
ΑΣΜΑ
ΑΣΜΑΤΩΝ 3
Ασ. Ασ.
3,1 Ἐπὶ κοίτην μου ἐν νυξὶν ἐζήτησα ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου· ἐζήτησα
αὐτὸν καὶ οὐχ εὗρον αὐτόν· ἐκάλεσα αὐτόν, καὶ οὐχ ὑπήκουσέ μου.
Ασ. Ασ.
3,1 Επάνω εις την κλίνην μου κατά την νύκτα ανεζήτησα εκείνον, τον
οποίον ηγάπησε και επόθησεν η ψυχή μου. Τον ανεζήτησα, και δεν τον ευρήκα. Τον
εκάλεσα, αλλά δεν άκουσε την φωνήν μου.
Ασ. Ασ.
3,2 ἀναστήσομαι δὴ καὶ κυκλώσω ἐν τῇ πόλει, ἐν ταῖς ἀγοραῖς καὶ ἐν ταῖς
πλατείαις, καὶ ζητήσω ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου. ἐζήτησα αὐτὸν καὶ οὐχ εὗρον αὐτόν.
Ασ. Ασ.
3,2 Θα σηκωθώ από την κλίνην μου, θα τριγυρίσω την πόλιν, τας αγοράς
και τας πλατείας, και θα αναζητήσω εκείνον, που έχει αγαπήσει η ψυχή μου. Αλλά
τον ανεζήτησα παντού, και δεν τον ευρήκα.
Ασ. Ασ.
3,3 εὕροσάν με οἱ τηροῦντες, οἱ κυκλοῦντες ἐν τῇ πόλει. μὴ ὃν ἠγάπησεν
ἡ ψυχή μου ἴδετε;
Ασ. Ασ.
3,3 Με συνήντησαν οι φύλακες, που περιπολούν την πόλιν, και τους
ηρώτησα μήπως είδατε εκείνον, τον οποίον αγαπά η καρδιά μου;
Ασ. Ασ.
3,4 ὡς μικρὸν ὅτε παρῆλθον ἀπ᾿ αὐτῶν, ἕως οὗ εὗρον ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή
μου· ἐκράτησα αὐτὸν καὶ οὐκ ἀφῆκα αὐτόν, ἕως οὗ εἰσήγαγον αὐτὸν εἰς οἶκον μητρός
μου καὶ εἰς ταμιεῖον τῆς συλλαβούσης με.
Ασ. Ασ.
3,4 Απεμακρύνθην ολίγον από αυτούς. Συνέχισα την αναζήτησίν μου, έως
ότου ευρήκα εκείνον, τον οποίον ηγάπησεν η ψυχή μου. Τον εκράτησα με τα χέρια
μου, δεν τον αφήκα, έως ότου τον έφερα μέσα στο σπίτι της μητρός μου, στο
εσωτερικόν δωμάτιον εκείνης, που με έχει γεννήσει.
Ασ. Ασ.
3,5 ὥρκισα ὑμᾶς, θυγατέρες Ἱερουσαλήμ, ἐν ταῖς δυνάμεσι καὶ ἐν ταῖς
ἰσχύσεσι τοῦ ἀγροῦ, ἐὰν ἐγείρητε καὶ ἐξεγείρητε τὴν ἀγάπην, ἕως ἂν θελήσῃ.
Ασ. Ασ.
3,5 Θυγατέρες Ιερουσαλήμ, σας εξόρκισα και σας εξορκίζω εις τας
μυστηριώδεις και ζωογόνους δυνάμεις της φύσεως και των αγρών, να μη εξυπνήσετε,
να μη ανησυχήσετε την αγάπην μου. Αφήσατέ την να κοιμηθή, όσον θέλει.
Ασ. Ασ.
3,6 Τίς αὕτη ἡ ἀναβαίνουσα ἀπὸ τῆς ἐρήμου ὡς στελέχη καπνοῦ τεθυμιαμένη
σμύρναν καὶ λίβανον ἀπὸ πάντων κονιορτῶν μυρεψοῦ;
Ασ. Ασ.
3,6 Ποιά είναι αυτή, που ανεβαίνει από την έρημον σαν ανάερη στήλη
θυμιάματος σμύρνας και λιβάνου και όλων των ευωδών ουσιών, που κατασκευάζει ο
μυροποιός;
Ασ. Ασ.
3,7 ἰδοὺ ἡ κλίνη τοῦ Σαλωμών, ἑξήκοντα δυνατοὶ κύκλῳ αὐτῆς ἀπὸ δυνατῶν
Ἰσραήλ,
Ασ. Ασ.
3,7 Ιδού το μεγαλοπρεπές φορείον του Σολομώντος. Εξήντα δυνατοί άνδρες
από τους ισχυρούς του Ισραήλ ολόγυρα από αυτό.
Ασ. Ασ.
3,8 πάντες κατέχοντες ῥομφαίαν, δεδιδαγμένοι πόλεμον, ἀνὴρ ῥομφαία
αὐτοῦ ἐπὶ μηρὸν αὐτοῦ ἀπὸ θάμβους ἐν νυξί.
Ασ. Ασ.
3,8 Ολοι κρατούν ρομφαίαν. Εχουν γυμνασθή στον πόλεμον. Ο καθένας τους
φέρει ζωσμένην την ρομφαίαν και κρεμασμένην στον μηρόν του, έτοιμος να την
χρησιμοποίηση δια κάθε αιφνίδιον νυκτερινόν κίνδυνον.
Ασ. Ασ.
3,9 φορεῖον ἐποίησεν ἑαυτῷ ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν ἀπὸ ξύλων τοῦ Λιβάνου·
Ασ. Ασ.
3,9 Κατεσκεύασεν ο Σολομών φορείον δια τον εαυτόν του από τα ευώδη ξύλα
του Λιβάνου.
Ασ. Ασ.
3,10 στύλους αὐτοῦ ἐποίησεν ἀργύριον καὶ ἀνάκλιτον αὐτοῦ χρύσεον·
ἐπίβασις αὐτοῦ πορφυρᾶ, ἐντὸς αὐτοῦ λιθόστρωτον, ἀγάπην ἀπὸ θυγατέρων Ἱερουσαλήμ.
Ασ. Ασ.
3,10 Οι κίονες του φορείου του είναι αργυροί, το ανάκλιντρον ολόχρυσον,
τα στηρίγματα αυτού ολοπόρφυρα. Μέσα στο φορείον κεντητόν, ψηφιδωτόν, λαμπρόν
δάπεδον, έργον και δώρον της αγάπης των θυγατέρων της Ιερουσαλήμ.
Ασ. Ασ.
3,11 θυγατέρες Σιών, ἐξέλθατε καὶ ἴδετε ἐν τῷ βασιλεῖ Σαλωμὼν ἐν τῷ
στεφάνῳ, ᾧ ἐστεφάνωσεν αὐτὸν ἡ μήτηρ αὐτοῦ ἐν ἡμέρᾳ νυμφεύσεως αὐτοῦ καὶ ἐν
ἡμέρᾳ εὐφροσύνης καρδίας αὐτοῦ.
Ασ. Ασ.
3,11 Θυγατέρες της Σιών, εβγάτε και ίδετε τον βασιλέα Σολομώντα φέροντα
εις την κεφαλήν του στεφανον, με τον οποίον τον εστεφάνωσεν η μητέρα του κατά
την ημέραν του γάμου του, κατά την ημέραν που ηγαλλίασε και ευφράνθη η καρδία
του.
ΑΣΜΑ
ΑΣΜΑΤΩΝ 4
Ασ. Ασ.
4,1 Ἰδοὺ εἶ καλή, ἡ πλησίον μου, ἰδοὺ εἶ καλή. ὀφθαλμοί σου περιστεραὶ
ἐκτὸς τῆς σιωπήσεώς σου. τρίχωμά σου ὡς ἀγέλαι τῶν αἰγῶν, αἳ ἀπεκαλύφθησαν ἀπὸ
τοῦ Γαλαάδ.
Ασ. Ασ.
4,1 Ιδού, είσαι ωραία συ, η σύντροφος της ζωής μου. Είσαι ωραία. Τα
μάτια σου είναι ωσάν δύο περιστέρια, πίσω από την διαφανή καλύπτραν του προσώπου
σου. Αι τρίχες της κεφαλής σου μοιάζουν με τας αγέλας των αιγών, αι οποίαι
εφάνησαν, να έρχωνται σαν κύματα από την Γαλαάδ.
Ασ. Ασ.
4,2 ὀδόντες σου ὡς ἀγέλαι τῶν κεκαρμένων, αἳ ἀνέβησαν ἀπὸ τοῦ λουτροῦ,
αἱ πᾶσαι διδυμεύουσαι, καὶ ἀτεκνοῦσα οὐκ ἔστιν ἐν αὐταῖς.
Ασ. Ασ.
4,2 Τα δόντια σου είναι λευκά, ωσάν τας αγέλας των φρεσκοκουρεμένων
προβάτων, που εξήλθαν μόλις προ ολίγου αυτό το λουτρόν. Ολαι με δίδυμα, κανένα
από αυτά δεν μένει στείρον.
Ασ. Ασ.
4,3 ὡς σπαρτίον τὸ κόκκινον χείλη σου, καὶ ἡ λαλιά σου ὡραία, ὡς
λέπυρον ῥοᾶς μῆλόν σου ἐκτὸς τῆς σιωπήσεώς σου.
Ασ. Ασ.
4,3 Τα χείλη σου είναι ωσάν το κόκκινο σειρίτι, και η λαλιά σου ωραία.
Καθε παρειά σου, πίσω από την διαφανή καλύπτραν του προσώπου σου, μοιάζει με
ροδαλόν ήμισυ τμήμα ροδιού.
Ασ. Ασ.
4,4 ὡς πύργος Δαυΐδ τράχηλός σου, ὁ ᾠκοδομημένος εἰς θαλπιώθ· χίλιοι
θυρεοὶ κρέμανται ἐπ᾿ αὐτόν, πᾶσαι βολίδες τῶν δυνατῶν.
Ασ. Ασ.
4,4 Ο τράχηλός σου μοιάζει σαν τον ωραίον υψηλόν πύργον του Δαβίδ, ο
οποίος έχει οικοδομηθή εις περίοπτον θέσιν. Χιλιαι μεγάλαι ασπίδες κρέμονται από
αυτόν· πλήθος βέλη και ακόντια δια τους στρατιώτας.
Ασ. Ασ.
4,5 δύο μαστοί σου ὡς δύο νεβροὶ δίδυμοι δορκάδος οἱ νεμόμενοι ἐν
κρίνοις.
Ασ. Ασ.
4,5 Οι δύο μαστοί σου μοιάζουν σαν δυό νεβρούς, δίδυμα ζαρκάδια, που
βόσκουν ανάμεσα εις τα κρίνα.
Ασ. Ασ.
4,6 ἕως οὗ διαπνεύσῃ ἡμέρα καὶ κινηθῶσιν αἱ σκιαί, πορεύσομαι ἐμαυτῷ
πρὸς τὸ ὄρος τῆς σμύρνης καὶ πρὸς τὸν βουνὸν τοῦ Λιβάνου.
Ασ. Ασ.
4,6 Μέχρις ότου αρχίση να σβήνη η ημέρα και να πίπτουν αι σκιαι της
νυκτός, θα μεταβώ εγώ στον λόφον της σμύρνας, προς το βουνό του Λιβάνου.
Ασ. Ασ.
4,7 ὅλη καλὴ εἶ, πλησίον μου, καὶ μῶμος οὐκ ἔστιν ἐν σοί.
Ασ. Ασ.
4,7 Συντροφέ μου, όλη είσαι ωραία. Δεν υπάρχει κανένα ψεγάδι εις σέ.
Ασ. Ασ.
4,8 δεῦρο ἀπὸ Λιβάνου, νύμφη, δεῦρο ἀπὸ Λιβάνου· ἐλεύσῃ καὶ διελεύσῃ
ἀπὸ ἀρχῆς πίστεως, ἀπὸ κεφαλῆς Σανὶρ καὶ Ἐρμών, ἀπὸ μανδρῶν λεόντων, ἀπὸ ὀρέων
παρδάλεων.
Ασ. Ασ.
4,8 Ελα κοντά μου από τον Λιβανον, ω νύμφη μου. Φυγε από τον Λιβανον
και έλα. Ελα προσπέρασε την υψηλήν κορυφήν του βουνού, την κορυφήν του Σανίρ και
του Ερμών, όπου υπάρχουν τα κρησφύγετα των λεόντων, το όρη όπου φωληάζουν αι
παρδάλεις.
Ασ. Ασ.
4,9 ἐκαρδίωσας ἡμᾶς, ἀδελφή μου νύμφη· ἐκαρδίωσας ἡμᾶς ἑνὶ ἀπὸ ὀφθαλμῶν
σου, ἐν μιᾷ ἐνθέματι τραχήλων σου.
Ασ. Ασ.
4,9 Αδελφή μου και νύμφη μου, αιχμαλώτισες την καρδίαν μας. Με ένα
βλέμμα των οφθαλμών σου αιχμαλώτισες τας καρδίας μας· με ένα από τα κοσμήματα
του τραχήλου σου.
Ασ. Ασ.
4,10 τί ἐκαλλιώθησαν μαστοί σου, ἀδελφή μου νύμφη; τί ἐκαλλιώθησαν μαστοί
σου ἀπὸ οἴνου, καὶ ὀσμὴ ἱματίων σου ὑπὲρ πάντα τὰ ἀρώματα;
Ασ. Ασ.
4,10 Νυμφη και αδελφή μου, διατί είναι τόσον ωραία τα στήθη σου; Διατί οι
μαστοί σου είναι μεθυστικώτεροι από τον οίνον και η ευωδία των ενδυμάτων σου
ανωτέρα από όλα τα αρώματα;
Ασ. Ασ.
4,11 κηρίον ἀποστάζουσι χείλη σου, νύμφη· μέλι καὶ γάλα ὑπὸ τὴν γλῶσσάν
σου, καὶ ὀσμὴ ἱματίων σου ὡς ὀσμὴ Λιβάνου.
Ασ. Ασ.
4,11 Μέλι κηρήθρας στάζουν τα χείλη σου, ω νύμφη μου. Μέλι και γάλα
ρέουν, οι γλυκείς λόγοι σου, κάτω από την γλώσσαν σου. Το άρωμα των ιματίων σου
είναι ωσάν την ευωδίαν του Λιβάνου.
Ασ. Ασ.
4,12 κῆπος κεκλεισμένος, ἀδελφή μου νύμφη, κῆπος κεκλεισμένος, πηγὴ
ἐσφραγισμένη.
Ασ. Ασ.
4,12 Αδελφή μου και νύμφη μου, σεμνή και ωραία, είσαι κήπος κλεισμένος,
κήπος κλεισμένος και πηγή εσφραγισμένη.
Ασ. Ασ.
4,13 ἀποστολαί σου παράδεισος ῥοῶν μετὰ καρποῦ ἀκροδρύων, κύπροι μετὰ
νάρδων,
Ασ. Ασ.
4,13 Τα βλαστάνοντα στον κήπον σου, είναι ωσάν ωραίες ροδιές με
κρεμασμένους τους καρπούς των εις τα ακρινά βλαστάρια των. Μοιάζουν με ανθισμένο
αμπέλι και νάρδους.
Ασ. Ασ.
4,14 νάρδος καὶ κρόκος, κάλαμος καὶ κιννάμωμον μετὰ πάντων ξύλων τοῦ
Λιβάνου, σμύρνα ἀλὼθ μετὰ πάντων πρώτων μύρων.
Ασ. Ασ.
4,14 Αρωματικός νάρδος και κρόκος ανθούν εκεί, κανέλλα και κιννάμωμον και
όλα τα δένδρα του Λιβάνου, η αρωματική σμύρνα, η αλόη και όλα τα εξαίρετα μύρα.
Ασ. Ασ.
4,15 πηγὴ κήπου καὶ φρέαρ ὕδατος ζῶντος καὶ ῥοιζοῦντος ἀπὸ τοῦ Λιβάνου.
Ασ. Ασ.
4,15 Μέσα στον κήπον υπάρχει φρέαρ και πηγή, που αναβλύζει ολοδροσον
νερό· καταρράκτης, που με βουητό κατεβαίνει από τον Λιβανον.
Ασ. Ασ.
4,16 Ἐξεγέρθητι, βοῤῥᾶ, καὶ ἔρχου, νότε, διάπνευσον κῆπόν μου, καὶ
ῥευσάτωσαν ἀρώματά μου· καταβήτω ἀδελφιδός μου εἰς κῆπον αὐτοῦ καὶ φαγέτω καρπὸν
ἀκροδρύων αὐτοῦ.
Ασ. Ασ.
4,16 Σηκω άνεμε του βορρά, έλα και συ άνεμε του νότου, πνεύσατε στον
κήπον μου. Ας διαλυθούν παντού τα αρώματά μου, ας κατεβή ο αγαπητός μου στον
κήπον μου και ας φάγη τους ωρίμους καρπούς, που κρέμονται από τους βλαστούς των
δένδρων μου.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου